Χρήστου Στρατής

Λέσβος

Τόπος γέννησης: Πλαγιά περιφέρειας Πλωμαρίου, Λέσβος

Χρόνος γέννησης: 1925

Ιδιότητα:

Είναι οργανοπαίχτης με βασικές θεωρητικές γνώσεις μουσικής. Παίζει ακορντεόν και κιθάρα.

 

Γονείς:

Ο πατέρας του, Δημήτρης ή Μήτρος Χρήστου, και η μητέρα του κατάγονταν από την Πλαγιά. Ο πατέρας του είχε γεννηθεί το 1901 ή 1902, ήταν επαγγελματίας μουσικός με θεωρητικές γνώσεις μουσικής. Έπαιζε σαντούρι, βιολί και βιολοντσέλο. Ο Στρατής Χρήστου ανέφερε επίσης ότι ο παππούς του, Ιωάννης Χρήστου, έπαιζε γκάιντα και κλαρίνο. Ο αδερφός του Στρατή, Παναγιώτης Χρήστου είναι επίσης επαγγελματίας μουσικός, παίζει βιολί.
Επαγγελματίας μουσικός ήταν και ο ετεροθαλής αδερφός του Στρατή, Γιάννης Χρήστου, που έπαιζε σαντούρι.

Για τον πατέρα του και τον παππού του ο Στρατής Χρήστου αναφέρει:

Ο πατέρας έπαιζε σαντούρι και βιολοντσέλο, διάβαζε (μουσική). Και ευρωπαϊκά παίζουμε. Εμείς είχαμε και τραγουδίστριες. Στα κέντρα, σε διάφορους χορούς, σε συνεστιάσεις, πώς να το πούμε. Παίζαμε, ταγκό, βαλσάκια, απ’ όλα, ρούμπες, μπλούζ βάλς. Βέβαια, και τη μουσική μας και αυτά, ανακατεμένα τα χορεύανε. Ο πατέρας μου δηλαδή εξελίχτηκε. Έπιασε σαντούρι, ύστερα έπιασε βιολί. Ε, αυτά τα χρόνια δεν είχαν πια ακούσματα – εμείς μπορεί ν’ ακούσαμε και μια κασέτα. Λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι αυτοδημιουργηθήκανε, δηλαδή ως εκτέλεση στο όργανο τους. Διάβαζε και λίγο μουσική ο πατέρας μου. Έγραφε δηλαδή και… Τον καιρό που μάθαινε το βιολί, έμαθε και μουσική… Αλλά, έξαφνα ένα κομμάτι, ν’ αλλάξεις και τον τόνο, είναι δύσκολα. Στη Γέρα μάλλον, στα χωριά εκεί πέρα, στη Γέρα (έμαθε ο πατέρας του βιολί). Ύστερα έβγαλε τον αδερφό μου. […] Ήταν άριστο βιολί. Είχε γερό δοξάρι… Στο Μι καντίνι του βιολιού του έβαλε Μι μπάσο κιθάρας, για να μην σπάσει η χορδή του βιολιού και χαθούν οι άλλοι μουσικοί, που βασίζονταν απάνω του. Πέθανε 78 χρονών, πόσο. […] Κι ο παππούς μου, κι εκείνος μουσικός ήτανε, τον λέγανε Ιωάννη. Εκείνος – δεν τον έφτασα εγώ – έπαιζε, απ’ αυτά τα χρόνια, ούτε και είδα άλλοι, γκάιντα, ένα τουλούμι… και μετά, όπως είπαμε, αγαπούσε τη γιαγιά μου. Εκείνη δεν τον ήθελε, να παίζει γκάιντα. Λέει: “Αν θα μάθεις κλαρίνο”, κι έτσι λοιπόν πήγε κι έμαθε κλαρίνο και παρθήκανε… Ο παππούς μου είχε τρία παιδιά, αλλά και οι τρεις ήταν μουσικοί. Σχεδόν ο άλλος (γιός) ήταν πιο λίγο, δηλαδή έπαιζε σαντούρι λίγο, αλλά δεν ήταν εκτελεστής κι είχε σταματήσει πια κι έγινε καφετζής.

 

Οικογενειακή κατάσταση:
Ο Στρατής Χρήστου είναι παντρεμένος και κατοικεί στην Πλαγιά.

 

 

Άλλο παράλληλο ή κύριο επάγγελμα:

Παράλληλα με την επαγγελματική ενασχόληση με τη μουσική, ο Στρατής Χρήστου απασχολούνταν και με την ελαιοκαλλιέργεια στα δικά του κτήματα. Σε νεαρή ηλικία είχε μάθει την τέχνη του τσαγκάρη, άνοιξε μάλιστα υποδηματοποιείο στην Πλαγιά, το οποίο όμως έκλεισε μετά από ενάμισι χρόνο, επειδή όπως ανέφερε ο ίδιος, δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τη βιομηχανική παραγωγή υποδημάτων.

 

Μουσική μαθητεία:

Για την επιθυμία του να μάθει να παίζει μουσική, και ιδιαίτερα ακορντεόν, ο Στρατής Χρήστου αναφέρει χαρακτηριστικά:

Όπως συνήθως, τώρα της Αγίας Τριάδας, ήτανε το ακορντεόν έτσι πρωτόφερτο εδώ πέρα, πρωτάκουστο. Και παίζανε, ήταν ένα βιολί από το Παλιοχώρι εδώ πέρα, Ποσειδώνας (Καραβάς) και τα παιδιά του ήτανε καλοί μουσικοί. Και μ’ άρεσε τ’ ακορντεόν, καθόμουνα όλη τη νύχτα λοιπόν να κοιτάζω. Εν τέλει λοιπόν, λέει ο πατέρας μου, “αφού θες να μάθεις”, αλλά δεν είχαμε λεφτά ν’ αγοράσω ακορντεόν και με βάλαν κιθάρα λοιπόν.

 

Ξεκίνησε να μαθαίνει κιθάρα στον μουσικοδιδάσκαλο Βασίλη Καλδή στο Πλωμάρι. Στην εκμάθηση των οργάνων τον βοήθησε ο πατέρας του, Δημήτρης, που έπαιζε βιολί, κοντραμπάσο και σαντούρι και ο μεγαλύτερος αδερφός του, Παναγιώτης, που παίζει βιολί.

Για την μαθητεία του ο Στρατής Χρήστου αναφέρει:

Το ξεκίνημα μου ήτανε, να πούμε εγώ δεν ήθελα να μάθω, μ’ έβαλε σαντούρι ο πατέρας μου. Εγώ έπιασα το ’49 – ’50 τόσο, αλλά έπαιζα κιθάρα πιο μπροστά, ακομπανιαμέντα…. Με βάλαν κιθάρα, για να μάθω μουσική, να πούμε. […]Έβγαλα και δυο μεθόδους κιθάρας. Πήγαινα σε δάσκαλο. Ήταν ένας από δω και παρέδινε μαθήματα, στο Πλωμάρι, Μικρασιάτης ήταν να πούμε, αλλά απ’ το Πλωμάρι καταγόταν: Καλδής, ήτανε ανάπηρος στα πόδια του αυτός. Είχε πολλοί μαθηταί αυτός εδώ πέρα. Αλλά δεν προχωρήσαμε.

 

Μουσική εξειδίκευση (τραγούδι, ή/και όργανα):

Ο Στρατής Χρήστου ξεκίνησε να παίζει κιθάρα (ακομπανιαμέντα) στα τέλη της δεκαετίας του 1940, στην κομπανία του πατέρα του, Δημήτρη, που έπαιζε βιολί, μαζί με τον ετεροθαλή αδερφό του, Γιάννη στο σαντούρι και τον ξάδερφο του, Μανώλη Χρήστου στην κορνέτα.

Σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του ο Στρατής Χρήστου συνεργαζόταν σταθερά με τον αδερφό του Παναγιώτη στο βιολί. Στην κομπανία τους συμμετείχαν και άλλοι μουσικοί της ευρύτερης περιφέρειας Πλωμαρίου.

Στις δεκαετίες 1950 – 1970, ο Στρατής παίζει ακορντεόν, ο αδερφός του, Παναγιώτης βιολί, σε κομπανία με τον Γεώργιο Καβαρνό ή «Αράπη», που παίζει σαντούρι και τον Κώστα Στεριανό ή «Μπουρλή» ντραμς. Μετά την αναχώρηση του Καβαρνού στην Αυστραλία, συνεργάστηκαν για λίγο με τον Δημήτρη Στεριανό ή «Μπουρλή» στο σαντούρι. Με τον ίδιο μουσικό είχαν συνεργαστεί και παλαιότερα, όταν έπαιζε κλαρίνο. Στην κομπανία τους συμμετείχε με κιθάρα και τραγούδι ο Αντώνης Χατζηδημητρίου, από την Πλαγιά, καθώς και ο Ηλίας Ρουμελιώτης ή «Καραχάλιας», από το Πλωμάρι. Στα ντραμς, εκτός από τον Κώστα Στεριανό, συνεργάστηκαν και με τον Δημήτρη Κριτζά, από την Πλαγιά. Στις δεκαετία του 1960 και 1970 συνεργάστηκαν συχνά με τραγουδίστριες, στα κέντρα, σε συνεστιάσεις, κλπ.

Στην κομπανία τους συμμετείχε περιστασιακά και ο Μανώλης Γιαγνίσης, από την Πλαγιά, που έπαιζε ακορντεόν και ήταν καλλίφωνος τραγουδιστής. Συνεργάστηκαν επίσης – περιστασιακά και με τους βιολιστές Ποσειδώνα Καραβά και Μανώλη Παντελέλη, από το Παλιοχώρι.

Σε γάμους στο Κάτω Τρίτος, τη δεκαετία του 1970, ο Στρατής με το ακορντεόν και ο Παναγιώτης με το βιολί συνεργάστηκαν με τον Παναγιώτη Παπλωματά ή «Καλέλη», από τη Μυτιλήνη, που παίζει ντραμς.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο Στρατής στο ακορντεόν και ο αδερφός του Παναγιώτης στο βιολί, έπαιζαν για 6-7 χρόνια μουσική μαζί με τον Γιώργο Μπατζάκα, από τη Γέρα, στο μπουζούκι.

 

 

Σταθερές μουσικές δραστηριότητες στις οποίες συμμετείχε/συμμετέχει:

Ο Στρατής Χρήστου σε συνεργασία με τον αδερφό του Παναγιώτη τις δεκαετίες 1960-1970 έπαιζε ακορντεόν στα εξοχικά καφενεία και στα κέντρα της περιφέρειάς τους, κυρίως τα Σαββατοκύριακα. Την περίοδο αυτή συνεργάζονταν με τραγουδίστριες που έρχονταν από την Αθήνα.

Αυτά τα χρόνια, παρόλο που ήτανε δύσκολα τα χρόνια και λεφτά δεν είχε, για να βγάλουν το ψωμί τους τα καφενεία έπαιρναν τραγουδίστριες, τα εξοχικά, ιδίως τα καλοκαίρια, έπαιρναν τραγουδίστριες, χορεύτριες – χρόνια δουλεύαμε μαζί δηλαδή. Ήταν απ’ την Αθήνα, ήταν. Λοιπόν αν δεν είχες τραγουδίστρια… Τώρα πηγαίνει ο κόσμος και τον διώχνουν να πούμε. Εμείς πηγαίναμε με τα τυχερά, δηλαδή και αν έδινε το καφενείο κάτι ψιλοπράγματα, εμείς πηγαίναμε, αν χορέψουν, χαρτούρα. Σαββατοκύριακα, γιορτές, ναι. Σε γάμους, βαφτίσια πηγαίναμε. […] Μας ζητούσαν να πούμε και πηγαίναμε. Κλείναμε το μαγαζί… Αλλά, μην κοιτάς τώρα που σταματήσαμε, Σαββατοκύριακα, κάθε μέρα, δηλαδή δουλεύαμε όλο το χρόνο και ιδίως τα καλοκαίρια και χωριστά τα πανηγύρια και διασκεδάσεις άλλες. Τότες κάνανε γλέντια, συγκεντρωνόταν ο κόσμος και κάνανε γλέντια. […] Άλλοι μας λέγανε πόσα θα πάρετε, δηλαδή μας κάναν παζάρι, συμφωνία, άλλοι, παίρναμε και τυχερά δηλαδή, στο χορό που χορεύαν.

 

Σημαντικοί σταθμοί και γεγονότα στην επαγγελματική του ζωή ως μουσικός:

Ο Στρατής Χρήστου συμμετείχε σε ηχογράφηση του Συλλόγου Προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής, υπό τη διεύθυνση του Σίμωνα Καρρά. Συγκεκριμένα ηχογραφήθηκε στους εξής δίσκους βινιλίου:

 

  • «Τραγούδια Μυτιλήνης και Μικράς Ασίας», 1989, Σύλλογος προς διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής (Σ. Καρράς): Παίζει κιθάρα στο τραγούδι: «Τα μάρμαρα της Πόλης».

 

  • «Τραγούδια Μυτιλήνης και Χίου», Σύλλογος προς διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής (Σ. Καρράς): Παίζει κιθάρα στο τραγούδι: «Τα δύο κυπαρίσσια».

 

Τοπικές δράσεις:

Πλαγιά. Ο Στρατής Χρήστου έπαιζε ακορντεόν σε γάμους, πανηγύρια, όπως της Αγίας Τριάδας και της Υπαπαντής, συνεστιάσεις, χοροεσπερίδες, καθώς και σε εξοχικά κέντρα, ιδιαίτερα τις δεκαετίες 1960 και 1970). Όπως αναφέρει ο ίδιος:

Σε γάμους, βαφτίσια πηγαίναμε. (Το γλέντι γινόταν) ανάλογα, σε καφενεία, στα σπίτια. Και τα παλιά χρόνια, ο γάμος στα σπίτια – κάθε τόπος έχει τα δικά του – και ο γάμος γινόταν στα σπίτια αυτά τα χρόνια… στα χωριά μας εδώ πέρα». Για τα κέντρα, αναφέρει: «Κλείναμε το μαγαζί…. Αλλά, μην κοιτάς τώρα που σταματήσαμε, Σαββατοκύριακα, κάθε μέρα, δηλαδή δουλεύαμε όλο το χρόνο και ιδίως τα καλοκαίρια και χωριστά τα πανηγύρια και διασκεδάσεις άλλες. Τότες κάνανε γλέντια, συγκεντρωνόταν ο κόσμος και κάνανε γλέντια.

 

Τρίγωνας. Ο Στρατής Χρήστου έπαιζε ακορντεόν κυρίως σε εξοχικά κέντρα το καλοκαίρι:

Και στον Τρίγωνα είναι δυο καφενεία… και το κάτω ήταν καφενείο, αλλά τώρα είναι ξυλουργείο. Αυτά τα χρόνια, που δουλεύαμε, Σαββατοκύριακα ιδίως, συγκεντρωνότανε εδώ πέρα όλα τα χωριά και το Πλωμάρι ακόμα. Ερχόντανε, διασκεδάζανε εδώ πέρα, μες στο δρόμο έβλεπες κεφάλια στα καφενεία, πολύς κόσμος μαζευότανε. Αυτά τα χρόνια συγκεντρωνότανε δηλαδή πολύς κόσμος, γιατί διασκεδάζανε νέοι και ηλικιωμένοι.

 

Άγιος Ισίδωρος, σε εξοχικά κέντρα το καλοκαίρι: “Και Άγιο Ισίδωρο εδώ πέρα, είχε δυο καφενεία και παίζαμε”.

Περιοχή Γέρας. Για τα χωριά της Γέρας ο Στρατής Χρήστου αναφέρει:

Σ’ όλα τα χωριά πηγαίναμε, σε πανηγύρια, ιδίως στη Γέρα εδώ πέρα τα χωριά. Τα παλιά τα χρόνια είχανε κι αυτοί (οι Γεραγώτες) συγκροτήματα, αλλά δεν θυμάμαι τα ονόματα τους.

 

Κάτω Τρίτος, κυρίως σε γάμους, τη δεκαετία του 1970.

Πηγή. Για την Πηγή ο ίδιος αναφέρει:

Στην Πηγή, προ λίγα χρόνια, δηλαδή καμιά δεκαπενταριά, δέκα χρόνια, πήγαμε εκεί πέρα, γιατί στην Πηγή κάνουνε μια γιορτή, του Ταύρου. Δυο – τρεις μέρες. Νομίζω πηγαίναν κι από την Αγία Παρασκευή εκεί πέρα, τ’ Άγιου Χαραλάμπη, στην Κώμη, στο Μπαλτζίκι από πάνω. Μια φορά πήγα, τρεις μέρες καθήσαμε, αλλά μας τάζαν λαγούς με πετραχείλια, αλλά δεν… Μας ζητούσαν να πούμε και πηγαίναμε.

 

Μυτιλήνη. Ο Στρατής Χρήστου έπαιξε ακορντεόν σε συνεργασία με άλλους Λέσβιους μουσικούς μετά το 1985, στη Γιορτή του Ούζου, σε Χορό του Ο.Τ.Ε. στο Ξενοδοχείο «Ξενία», ενώ έχει παίξει μουσική σε τρεις μουσικές εκδηλώσεις στο Κάστρο της Μυτιλήνης.

 

 

Ρεπερτόριο:

Παίζει καρσιλαμάδες, συρτά, ζεϊμπέκικα, τοπικούς σκοπούς του Πλωμαρίου (όπως το αποκριάτικο Έρι-πάλε) και της Λέσβου, καθώς και σμυρνέϊκα. Μαζί με τον αδερφό του Παναγιώτη, που παίζει βιολί, γνωρίζουν καρσιλαμάδες, συρτά και ζεϊμπέκικα, εκ των οποίων πολλά μικρασιάτικα, από τον πατέρα τους. Αυτά, όπως λέει ο Στρατής:

Δεν τα παίζαν άλλα συγκροτήματα, είναι δικά μας τραγούδια.

Στη δεκαετία του 1950 έπαιζαν και τα επονομαζόμενα ευρωπαϊκά:

Παίζαμε ταγκό, βαλσάκια, απ’ όλα, ρούμπες, μπλουζ.

Στη δεκαετία του 1970 έρχονταν στα κέντρα πολλές τραγουδίστριες από την Αθήνα, που έφερναν μαζί τους και δικό τους ρεπερτόριο, π.χ. τραγούδια από επιθεωρήσεις, τα οποία οι μουσικοί έπρεπε να μελετήσουν για να τα συμπεριλάβουν στο πρόγραμμα.

Για το ρεπερτόριο γενικά ο Στρατής Χρήστου αναφέρει:

Παίζαμε πολλά πράγματα, παίζαμε κι ευρωπαϊκά δηλαδή, ό,τι να μας ζητούσαν το βρίσκαν από μας. Ε, μελετούσαμε κιόλας. Και από επιθεωρήσεις πολλά κομμάτια παίζαμε. Είχαμε καλό συγκρότημα. Όπου να πηγαίναμε, κάτι αποδίναμε να πούμε….Λαϊκά και όλα τα παίζαμε.

Τα καινούργια κομμάτια τα μάθαιναν κυρίως από παρτιτούρες που τους έστελναν από την Αθήνα.

Για τις ονομασίες των σκοπών, ιδιαίτερα των μικρασιάτικων, που παίζονται στη Λέσβο, ο ίδιος αναφέρει:

Στη Σμύρνη είχε μουσικοί Έλληνες και τα τυπώναν τότες στην Αμερική. Ήταν ένας, έγραφε ωραία κομμάτια, να πούμε. Τώρα τα κομμάτια, λόγω ότι έχουν χάσει την ονομασία τους, γιατί πολλές φορές ο κόσμος, παίζαν ένα συρτό, τους άρεσε, λέγαν παίξε το Παλιοκηπιανό, παίξε Αγιασώτικο. Δεν ήταν Αγιασώτικο, ούτε Γεραγώτικο, αλλά λόγω ότι – και έτσι λοιπόν λέει παίξε το Αγιασώτικο, κι εμείς λοιπόν. Ορισμένα, ξέρω, που έχουνε τυπώσει, ορισμένα έχουν την ονομασία τους, αλλά ορισμένα πάλι, τα παίζαμε, από συρτά, λέει παίξε ένα συρτό, τα παίζαμε. Τώρα πώς ονομαζόταν….

 

Αμοιβή:

Για τις αμοιβές των μουσικών τις δεκαετίες 1960-1970, ο Στρατής Χρήστου αναφέρει:

Αυτά τα χρόνια, παρόλο που ήτανε δύσκολα τα χρόνια και λεφτά δεν είχε, για να βγάλουν το ψωμί τους τα καφενεία παίρναν τραγουδίστριες, τα εξοχικά, ιδίως τα καλοκαίρια, παίρναν τραγουδίστριες, χορεύτριες – χρόνια δουλεύαμε μαζί δηλαδή. Ήταν απ’ την Αθήνα, ήταν. Λοιπόν αν δεν είχες τραγουδίστρια… τώρα πηγαίνει ο κόσμος και τον διώχνουν να πούμε. Εμείς πηγαίναμε με τα τυχερά, δηλαδή και αν έδινε το καφενείο κάτι ψιλοπράγματα, εμείς πηγαίναμε, αν χορέψουν, χαρτούρα. Σαββατοκύριακα, γιορτές, ναι. Σε γάμους, βαφτίσια πηγαίναμε. […] Μας ζητούσαν να πούμε και πηγαίναμε. Κλείναμε το μαγαζί… Αλλά, μην κοιτάς τώρα που σταματήσαμε, Σαββατοκύριακα, κάθε μέρα, δηλαδή δουλεύαμε όλο το χρόνο και ιδίως τα καλοκαίρια και χωριστά τα πανηγύρια και διασκεδάσεις άλλες. Τότες κάνανε γλέντια, συγκεντρωνόταν ο κόσμος και κάνανε γλέντια. […] Άλλοι μας λέγανε πόσα θα πάρετε, δηλαδή μας κάναν παζάρι, συμφωνία, άλλοι, παίρναμε και τυχερά δηλαδή, στο χορό που χορεύαν.

 

Κρίσεις για άλλους μουσικούς:

Ο Στρατής Χρήστου διατυπώνει κρίσεις και αξιολογήσεις για τους εξής μουσικούς της περιφέρειάς του:

 

  • Μαλλιαροί, οικογένεια μουσικών από την Πλαγιά:

Είχε κι άλλο συγκρότημα (στην Πλαγιά), αδέρφια ήτανε κι αυτοί: Μαλλιαροί. Δηλαδή, το όνομα τους είναι Μαλλιαρός. Κι ήταν αδέρφια, 3 – 4 αδέρφια ήτανε κι είχαν συγκρότημα. Αυτοί πεθάνανε. Αυτό ήταν πάνω από τριάντα χρόνια. Τον ένα τον λέγανε Δημήτρη… αυτός έπαιζε βιολί, αλλά δεν ήτανε και πολύ εκτελεστής. Ο Αντώνης, τον είχαν σαντούρι και ο άλλος ο αδερφός του έπαιζε κορνέτα, τρία αδέρφια. Και τον πατέρα του τον είχαν βάλει σαντούρι. Ο πατέρας του έκανε το ξεκίνημα, αλλά δεν ήταν – δεν τους έφτασα και καλά.

 

  • Γιώργος Καβαρνός ή «Αράπης». Πρόσφυγας από την Μικρά Ασία, που καταγόταν από την Πλαγιά. Έπαιζε σαντούρι. Ο Στρατής Χρήστου αναφέρει για τον Γιώργο Καβαρνό, με τον οποίο συνεργαζόταν πολλά χρόνια:

Ήταν ένας που δουλεύαμε μαζί χρόνια, τον “Αράπη”, δηλαδή Γιώργος Καβαρνός ονομαζόταν, να πούμε, αλλά ήταν καλός μουσικός. Αυτός ήτανε σχεδόν Μικρασιάτης, ο πατέρας του ήταν από δω πέρα (δηλαδή από την Πλαγιά), αλλά ήρθε (από τη Μικρασία). Ήξερε όλους τους δρόμους, έκανε ταξίμια. Δηλαδή αν ζούσε σήμερα, αυτά που έκανε, κανένα σαντούρι δεν – την μπαγκέτα που έπαιζε, έπαιζε με διαφορετικό τρόπο, δηλαδή pianissima, δηλαδή δε χτυπούσε χτυπητά. Ήτανε ωραίος εκτελεστής. Είχε διαφορετικό στυλ στο όργανο του δηλαδή. Πάντως ο πατέρας του ήταν Πλαγιώτης. Κι ύστερα ήρθε εδώ πέρα (από τη Μικρασία), ήρθε και το παιδί του και παντρεύτηκε εδώ πέρα. Αλλά μετά έφυγε στην Αυστραλία – είχε παιδιά να πούμε – και πήγε εκεί πέρα. Εκεί πέρα πέθανε. Είχε μια κόρη στην Αυστραλία, τ’ άλλα τα παιδιά του ήταν στην Αθήνα. Χρόνια παίζαμε μαζί. Το ’60 και πιο μπροστά. Παίξαμε καμιά, πάνω από δέκα χρόνια μαζί.

 

  • Δημήτρης Στεριανός ή «Μπουρλής», από την Πλαγιά:

Αρχικά έπαιζε καλό κλαρίνο, αλλά το σταμάτησε για λόγους υγείας. Παίξαμε και μ’ αυτόν, που έπαιζε κλαρίνο. Μετά έμαθε σαντούρι. Του έδειξε λίγο ο πατέρας του, που ήξερε σαντούρι… Ε, το σαντούρι, δεν ήτανε και τόσο πολύ εκτελεστής, πάντως όχι και αδιαφόρητος.

 

  • Κώστας Στεριανός ή «Μπουρλής», από την Πλαγιά. Αδερφός του προηγούμενου. Παίζει κιθάρα και ντραμς. Συμμετείχε στις κομπανίες των αδερφών Χρήστου, στην Πλαγιά.

 

  • Αναστασία Τυρρηνή ή «Στασούλ’», από την Πλαγιά.

Είχε ένα μικρό τουμπερλέκι, αλλά κυρίως, έπαιζε μουσική με το στόμα. Τραγουδούσε πολύ ωραία.

Την καλούσαν παρέες νέων στις γειτονιές της Πλαγιάς και του Πλωμαριού, καθώς και στη Γέρα.

 

  • Μανώλης Γιαγνίσης, από την Πλαγιά. Έπαιζε ακορντεόν και τραγουδούσε:

Είχαμε κι ένα παιδί, ακορντεόν έπαιζε, αλλά τον βοηθούσε η φωνή του. […] Αυτός έφυγε στην Αυστραλία μετά, ήρθε εδώ πέρα ξανά κι έφυγε στην Αθήνα. Εν τω μεταξύ τον χτύπησε ένα αυτοκίνητο και έμεινε φυτό. Δηλαδή κάνα – δυο χρόνια ταλαιπωρήθηκε ο άνθρωπος. […] Καλό παιδί ήταν, δουλέψαμε μαζί χρόνια. Δυο ακορντεόν παίζαμε, αλλά υπήρχε σεμνότης, εγώ ήμουνα πιο, αλλά, τέλος πάντων.

 

  • Αντώνης Χατζηδημητρίου, από την Πλαγιά. Έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε:

Ο Χατζηδημητρίου, χρόνια παίζαμε και μ’ αυτόν. Κιθάρα τον είχαμε και τραγούδι.

 

  • Βασίλης Καλδής. Μουσικοδιδάσκαλος, πρόσφυγας από την Μικρασία, που κατοικούσε στη συνοικία «Ταρσανάς» Πλωμαρίου και παρέδιδε μαθήματα μουσικής. Για τον μουσικοδιδάσκαλο Καλδή, στον οποίο έκανε για ένα διάστημα και ο ίδιος μαθήματα κιθάρας, ο Στρατής Χρήστου αναφέρει:

Έβγαλα και δυο μεθόδους κιθάρας. Πήγαινα σε δάσκαλο. Ήταν ένας από δω και παρέδινε μαθήματα, στο Πλωμάρι, Μικρασιάτης ήταν να πούμε, αλλά απ’ το Πλωμάρι καταγόταν: Καλδής, ήτανε ανάπηρος στα πόδια του αυτός. Είχε πολλοί μαθηταί αυτός εδώ πέρα. Αλλά δεν προχωρήσαμε.

 

  • Ποσειδώνας Καραβάς και οι γιοί του, Γιάννης και Δημήτρης. Ο Ποσειδώνας ήρθε σε μικρή ηλικία πρόσφυγας από τη Μικρασία και εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στο Παλιοχώρι. Ήταν περίφημος βιολιστής και τραγουδιστής. Για τον Ποσειδώνα Καραβά και τους γιους του που ήταν μεταξύ των πρώτων μουσικών που έπαιξαν ακορντεόν στη Λέσβο, ο Στρατής Χρήστου αναφέρει:

Όπως συνήθως, τώρα της Αγίας Τριάδας, ήτανε το ακορντεόν έτσι πρωτόφερτο εδώ πέρα, πρωτάκουστο. Και παίζανε, ήταν ένα βιολί από το Παλιοχώρι εδώ πέρα, Ποσειδώνας και τα παιδιά του ήτανε – είναι τώρα στην Αυστραλία – καλοί μουσικοί… Και με τον Ποσειδώνα δουλέψαμε, αλλά όχι και πολλές φορές. Τα παιδιά του, όλοι είναι καλοί μουσικοί. Ο ένας (Γιάννης Καραβάς) είναι κάτω στην Αυστραλία, δυο ήταν στην Αυστραλία, αλλ’ αυτός παίζει και κορνέτα, σαξόφωνο παίζει τώρα θαρρώ κι ακορντεόν και πιάνο, πολλά όργανα παίζει. Ο άλλος (ο Δημήτρης Καραβάς) ήταν στην Αυστραλία, τώρα νομίζω δουλεύει στην Αθήνα αυτός, παίζει αρμόνιο. Είχε ένα γιο τρίτο (τον Στρατή) κι αυτός ήταν καλό βιολί, αλλά σκοτώθηκε στο στρατό. Έγινε ανατροπή στο φορτηγό που πηγαίναν… Ο Ποσειδών ήταν καλό βιολί, εκτελεστής καλός και τραγουδούσε.

 

  • Μανώλης Παντελέλης, από το Παλιοχώρι. Παίζει βιολί. Γεννήθηκε το 1907.

Τον Μανώλη τον Παντελέλη. Ήτανε και συμπεθέροι μαζί με τον Ποσειδών: Δυο αδερφάδες, δυο αδέρφια έχουνε πάρει… Αυτός ο Παντελέλης, έπαιζε βιολί κι αυτός. Και μ’ αυτόν δουλέψαμε.

 

Φωτογραφίες

Μετάβαση στο περιεχόμενο