Πιπίδης Σάκης

Χίος

Τόπος γέννησης: Μεστά, Χίος

Χρόνος γέννησης: 1971

Ιδιότητα:

Ο Σ. Πιπίδης είναι επαγγελματίας οργανοπαίκτης και τραγουδιστής. Το βασικό μουσικό όργανο που παίζει είναι το κλαρίνο.

 

Γονείς:

Οι γονείς του Πιπίδη Σ. γεννήθηκαν και οι δύο στα Μεστά της Χίου. Ο πατέρας του, Δημήτρης Πιπίδης, γεννήθηκε το 1939, ενώ η μητέρα του, Κυριακή, γεννήθηκε το 1953. Ο πατέρας του Σ. Πιπίδη, Δημήτρης Πιπίδης, έφυγε σε ηλικία δώδεκα χρονών από τα Μεστά της Χίου και πήγε στην Αθήνα για να δουλέψει. Αρχικά ήταν εργάτης, αλλά στη συνέχεια ακολούθησε το επάγγελμα του ναυτικού. Ως ναυτεργάτης έφθασε στην Αυστραλία, όπου έζησε για μερικά χρόνια. Στην Αυστραλία ο Δημήτρης Πιπίδης έμαθε να μιλάει αγγλικά, ιταλικά και γερμανικά. Το 1969 επέστρεψε στα Μεστά της Χίου και το 1970 παντρεύτηκε τη Κυριακή. Στη συνέχεια επέστρεψε στο επάγγελμα του ναυτικού για κάποιο χρονικό διάστημα, ενώ το 1979 γύρισε μόνιμα στη Χίο, όπου εργάστηκε ως συντηρητής στον Ε.Ο.Τ.

 

 

Οικογενειακή κατάσταση:

Ο Σ. Πιπίδης παντρεύτηκε το 2004 την Άννα, η οποία κατάγεται και αυτή από τη Χίο. Σε διάστημα δύο χρόνων απέκτησε δύο παιδιά, την Κυριακή και τη Βερονίκη. Τα αδέλφια του, Αριστείδης και την Καλλιόπη, είναι νεώτεροί του. Ο αδερφός του Αριστείδης ασκεί το επάγγελμα του ξυλουργού, και παράλληλα με αυτό ασχολείται ερασιτεχνικά και με τη μουσική: παίζει αρμόνιο.

 

 

Άλλο παράλληλο ή κύριο επάγγελμα:

Ο Σ. Πιπίδης δούλευε σε οικοδομές μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Επίσης ήξερε από μικρός την τέχνη της ξυλουργικής και από το 1992 έως και το 1994 εργαζόταν σε ένα επιπλοποιείο. Το 1994 ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία στη μουσική και από τότε ασχολήθηκε αποκλειστικά με το επάγγελμα του μουσικού.

 

 

Προσωπική και οικογειακή πορεία:

Ο Σ. Πιπίδης παρουσιάστηκε για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία το 1990 στη Θήβα, όπου και παρέμεινε για τέσσερις μήνες, ενώ στη συνέχεια επέστρεψε στη Χίο, όπου και υπηρέτησε μέχρι το Μάιο του 1992, οπότε απολύθηκε. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας κατάφερε να εμπλουτίσει το ρεπερτόριό του, ανταλλάσσοντας εμπειρίες με μουσικούς από διάφορες περιοχές της Ελλάδος. Κατά τη χρονική περίοδο της θητείας του στη Θήβα, συμμετείχε σε ένα μουσικό σχήμα μαζί με άλλους εννιά μουσικούς, που έπαιζε μουσική για τους αξιωματικούς και τους φαντάρους.

 

Μουσική παιδεία:
Ο Σ. Πιπίδης διαθέτει ορισμένες θεωρητικές γνώσεις μουσικής, αν και, σύμφωνα με τον ίδιο, οι θεωρητικές γνώσεις μουσικής δεν είναι απαραίτητο εφόδιο για ένα καλό μουσικό.

  

Μουσική μαθητεία:

Το 1985, ο Σ. Πιπίδης ξεκίνησε μαθήματα πρακτικής και θεωρίας της μουσικής με το Μιχάλη Νεαμονιτάκη. Το βασικό όργανο που έμαθε να παίζει ήταν το κλαρίνο, εκτός από αυτό όμως παίζει φλάουτο, φλογέρα και σαξόφωνο. Αρχικά ο Σ. Πιπίδης έμαθε να διακρίνει τις μουσικές νότες και να κατανοεί τη (δυτική) μουσική σημειογραφία. Στη συνέχεια έκανε για δύο χρόνια καθημερινή εξάσκηση με το κλαρίνο, μελετώντας μουσικά κομμάτια άλλων οργανοπαικτών, τα οποία άκουγε σε κασετόφωνο. Το 1987 πρωτοξεκίνησε να παίζει κλαρίνο σε πανηγύρια, μαζί με το δάσκαλό του, Μ. Νεαμονιτάκη.

 

Μουσική εξειδίκευση (τραγούδι, ή/και όργανα):

Ο Σ. Πιπίδης συμμετέχει σε μία κομπανία από τις αρχές της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας. Τα υπόλοιπα μέλη είναι ο Στέλιος Βαρκάρης ο οποίος παίζει μπουζούκι, καθώς και ο Γιάννης Βούκουνας και ο αδερφός του Μιχάλης Βούκουνας, οι οποίοι παίζουν ντραμς και άλλα κρουστά, ενώ περιοδικά συνεργάζονται με ορισμένες τραγουδίστριες. Η κομπανία δεν έχει όνομα αλλά συνήθως προσδιορίζεται από τα ονόματα των δύο βασικών μελών, του Βαρκάρη και Πιπίδη. Για ένα διάστημα συμμετείχε σ’ αυτή και ο αδελφός του Σ. Πιπίδη, Αριστείδης Πιπίδης, ο οποίος παίζει αρμόνιο.

Γενικά ο Σ. Πιπίδης έχει συνεργαστεί περιοδικά με πολλούς μουσικούς της Χίου, ενώ, όπως δήλωσε ο ίδιος, έχει πολύ καλές σχέσεις με όλους. Ποιο συγκεκριμένα αναφέρει τους αδερφούς Στρουμπάκη, Παναγιώτη και Βαγγέλη, οι οποίοι παίζουν κλαρίνο και κιθάρα αντίστοιχα, το Γιάννη Λιγνό ο οποίος παίζει κλαρίνο, το Γιάννη Βαφειάδη καθώς και το Λευτέρη Μπουρνιά οι οποίοι παίζουν επίσης κλαρίνο. Έχει συνεργαστεί επίσης με το Μαρκέλλο Μούσχουρη που παίζει κλαρίνο, το Γιώργο Φλωράδη, το Μάριο Νεαμονιτάκη, το Λουλούδη από τα Νένητα που παίζει βιολί, το Θοδωρή Ντούσλατζη [μπουζούκι] και τον Παντελή Έρωτα [ούτι] από τις Οινούσσες, τον Κώστα Ψαλτάκη ο οποίος παίζει κιθάρα και τραγουδάει, το Γιώργο Αυγουστίδη, το Μαρκέλο Πούπαλο [ούτι, λαούτο]. Επίσης έχει συνεργαστεί και με πολλές γυναίκες τραγουδίστριες που έχουν καταγωγή από τη Χίο, όπως η Τζένη Σπανούδη, η Δέσποινα Τσούρου, η Γιάννα Φαφαλιού, η Αθηνά Βελισάρη, η Πάτρα Νεαμονιτάκη και η Λουλούδη Σούτη, η οποία τραγουδάει μόνο παραδοσιακά τραγούδια.

 

 

 

Σταθερές μουσικές δραστηριότητες στις οποίες συμμετείχε/συμμετέχει:

Στις αρχές της μουσικής του σταδιοδρομίας ο Σ. Πιπίδης έπαιζε κλαρίνο σε πανηγύρια μαζί με το Μάριο Νεαμονιτάκη. Στη συνέχεια συμμετείχε σε μία κομπανία με την οποία έπαιζε μουσική κυρίως σε πανηγύρια και σε γάμους. Σ’ αυτή συμπεριλαμβάνονταν – εκτός από τον ίδιο – ο Στέλιος Βαρκάρης που έπαιζε μπουζούκι και τα αδέλφια Γιάννης και Μιχάλης Βούκουνας που έπαιζαν ντραμς και κρουστά.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο Σ. Πιπίδης έπαιζε συνήθως με τη συγκεκριμένη κομπανία σε πανηγύρια και γλέντια γάμων, κυρίως τα Σαββατοκύριακα. Το χειμώνα έπαιζε σε κάποια γλέντια με την ονομασία «Χριστουγεννόσχολα», που γίνονταν σε συγκεκριμένες ημερομηνίες. Από το 1994 και μετά, ο Σ. Πιπίδης και οι συνεργάτες του δέχονται περισσότερες προσκλήσεις για να παίξουν σε πανηγύρια και γλέντια σε σχέση κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Από τα θερινά πανηγύρια διακρίνει αυτό της Αγ. Μαρκέλλας, στη Βολισσό της Χίου. Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι το πανηγύρι που μαζεύει τον περισσότερο κόσμο στη Χίο.
Από το 2000 έως και το 2003 ο Σ. Πιπίδης έπαιζε κλαρίνο στο νυχτερινό κέντρο «Χάραμα».

Τέλος, ο Σ. Πιπίδης, στα τέλη δεκαετίας του 1990, παρέδιδε μαθήματα κλαρίνου στους μαθητές της Φιλαρμονικής της Χίου, καθώς και στο μουσικό γυμνάσιο.

 

 

Σημαντικοί σταθμοί και γεγονότα στην επαγγελματική του ζωή ως μουσικός:

Το 1996 είχε κυκλοφορήσει το πρώτο cd του Πιπίδη Σ. το οποίο περιείχε τραγούδια που ακούγονται στα πανηγύρια της Χίου. Το συγκεκριμένο cd ο Πιπίδης Σ. το χαρακτηρίζει ως ερασιτεχνικό αλλά παράλληλα υποστηρίζει ότι είναι καλό.

Το δεύτερο cd του κυκλοφόρησε λίγο αργότερα και είχε τίτλο «Η δική μας ανατολή», ονομάστηκε έτσι γιατί περιλάμβανε αγαπημένα παραδοσιακά τραγούδια του Πιπίδη Σ. και της κομπανίας του από τα παράλια της Μ. Ασίας και από τη Χίο.

 

 

Από πού προμηθευόταν/προμηθεύεται μουσικά όργανα:

Το πρώτο κλαρίνο του Σ. Πιπίδη του το έφερε δώρο κάποιος συγγενής του, αλλά όπως δήλωσε και ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις του.

Τα επόμενα τρία κλαρίνα τα προμηθεύτηκε από ένα μαγαζί στον Κολωνό της Αθήνας, το οποίο βρίσκεται κοντά στο Σταθμό Λαρίσης και ανήκει στην κόρη του κλαρινοπαίκτη Νίκου Αράχωβα. Ο Σ. Πιπίδης υποστηρίζει ότι τα κλαρίνα που μπορεί να αγοράσει από τη Χίο γιατί δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του και ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που χρειάζεται να παίξει σε πανηγύρια και γλέντια.

Ο Σ. Πιπίδης αναφέρει ότι από τη δεκαετία του 1990 και μετά, ως απαραίτητα όργανα στα μουσικά δρώμενα της Χίου καθιερώθηκαν το κλαρίνο, το μπουζούκι, τα ντραμς και η κιθάρα, που μπορεί να αντικατασταθεί από το αρμόνιο και αντίστροφα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις και το βιολί. Σύμφωνα με τον ίδιο, παλαιότερα, κύριο ρόλο στα μουσικά σχήματα διαδραμάτιζαν το σαντούρι, το λαούτο και το ούτι.

 

 

Τοπικές δράσεις:

Ο Σ. Πιπίδης έχει παίξει κλαρίνο σε όλη τη Χίο, σε πανηγύρια, γάμους και βαφτίσια. Ένα από τα πανηγύρια που πηγαίνει είναι της Αγίας Μαρκέλλας, το οποίο γίνεται στην πλατεία της Βολισσού. Παλαιότερα λάμβανε μέρος και σε παραστάσεις στο «Ομήρειο», στο κέντρο της Χίου, μαζί με το Λουλούδη. Τέλος τη χρονική περίοδο 2000 με 2003 εργαζόταν κατά τη χειμερινή περίοδο σε ένα μαγαζί στο κέντρο της Χίου, το «Χάραμα».

 

 

Υπερτοπικές δράσεις:

Ο Σ. Πιπίδης εκτός από τη Χίο, καθώς και τις (γειτονικές) Οινούσσες και τα Ψαρά, έχει παίξει κλαρίνο σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδος. Με χιώτικους συλλόγους έχει δουλέψει στην Αθήνα, στη Χαλκίδα όπως και στη Θεσσαλονίκη. Επίσης έχει παίξει μουσική σε παραστάσεις που διοργάνωσαν πολιτιστικοί σύλλογοι στην Κεφαλονιά, στην Πάτρα, στη Θεσσαλονίκη, στα Χανιά, στο Μεσολόγγι, στα Γιάννενα, στη Σάμο, στη Μυτιλήνη και σε πολλά μέρη της Θράκης, της Ηπείρου και της Μακεδονίας.

Τέλος, ο Σ. Πιπίδης έχει παίξει κλαρίνο και εκτός Ελλάδας. Από το χειμώνα του 1996 έως και το 2000 πήγαινε στην Αμερική για να παίξει κλαρίνο σε γάμους και σε βαφτίσια διαφόρων μεταναστών από τη Χίο. Το Μάιο του 2004 έπαιξε σε ένα χιώτικο γάμο στο Λονδίνο και το 2006 έπαιξε σε μία πολιτιστική εκδήλωση στη Νορβηγία, στο πλαίσιο της διαφημιστικής προβολής της Χίου. Επίσης έχει παίξει στη Γερμανία, στην Ιταλία, αλλά και στα παράλια της Μικράς Ασίας. Το 1994 συμμετείχε σε μουσικό σχήμα που έπαιξε στον Τσεσμέ της Τουρκίας, στο πλαίσιο της αδελφοποίησης Χίου με Τσεσμέ, με πρωτοβουλία των αντίστοιχων νομαρχιών.

 

 

Ηγετικές προσωπικότητες – ρόλοι στο πεδίο της μουσικής επιτέλεσης:

Σύμφωνα με το Σ. Πιπίδη, παλαιότερα ηγετικό ρόλο σε μία κομπανία είχε ο μουσικός που έπαιζε το όργανο που ακουγότανε περισσότερο και ποιο έντονα σε σχέση με τα υπόλοιπα, ενώ όταν αργότερα άρχισαν να χρησιμοποιούνται οι ενισχυτές, ηγετικό ρόλο απέκτησε ο μουσικός που διέθετε τις καλύτερες επικοινωνιακές δυνατότητες, ώστε να διαπραγματεύεται με επιτυχία με τους οργανωτές εκδηλώσεων και με τους γλεντιστές. Για παράδειγμα, στη δική του κομπανία τις δουλειές που θα πάρουν τις κανονίζει ο φίλος του ο Στέλιος Βαρκάρης, ο οποίος παίζει μπουζούκι, γιατί όπως δηλώνει ο Σ. Πιπίδης, έχει τις απαραίτητες γνωριμίες και την ευφράδεια λόγου που χρειάζεται.

 

 

Ρεπερτόριο:
Ο Σ. Πιπίδης και η κομπανία του επιλέγουν το ρεπερτόριό τους αναλόγως με την περίσταση. Όταν πρόκειται για γάμους, συνήθως το ρεπερτόριο εξαρτάται από τον τόπο καταγωγής, καθώς και από τις προτιμήσεις που έχουν ο γαμπρός και η νύφη. Όταν πρόκειται για πανηγύρια, το μουσικό πρόγραμμα ξεκινά με μικρά μουσικά κομμάτια χωρίς τραγούδι, όπως αναφέρει και ο ίδιος, ξεκινάει με «σολάκια», στη συνέχεια παίζουν παραδοσιακά τραγούδια, όπως το «Τζιβαέρι μου» ή το «Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία». Στη συνέχεια, μέχρι τις 3 το πρωί το ρεπερτόριο περιλαμβάνει συρτά και τσιφτετέλια. Στις 3 το πρωί περίπου, η κομπανία παίζει συνήθως ζεϊμπέκικα και μέχρι το κλείσιμο της γιορτής το ρεπερτόριο περιλαμβάνει συρτό, τσιφτετέλι και ζεϊμπέκικο εναλλάξ.

Μερικές φορές, κυρίως στους γάμους, αλλά και στα πανηγύρια, ο Σ. Πιπίδης ύστερα από παραγγελία κάποιου από τους ακροατές απαγγέλει τα λεγόμενα «παινέματα». Όπως αναφέρει ο ίδιος, τα «παινέματα» είναι μια μίξη της Κρητικής μαντινάδας με τους αμανέδες και αναφέρονται προσωπικά σε κάποιον από το κοινό: στην περίπτωση των γάμων, συνήθως στον κουμπάρο, στη νύφη ή στο γαμπρό, ενώ στα πανηγύρια σε κάποιον που χορεύει.

Τέλος, ο Σ. Πιπίδης επισημαίνει ότι υπάρχουν διαφορές στο ρεπερτόριο βόρειας και νότιας Χίου. Στη βόρεια Χίο τα μουσικά κομμάτια παίζονται ποιο αργά, σε αντίθεση με τη νότια, όπου παίζονται ποιο γρήγορα. Σύμφωνα με τον Σ. Πιπίδη, αυτό εξηγείται με βάση τον μέσο όρο ηλικίας των κατοίκων της βόρειας Χίου, που είναι μεγαλύτερος. Ο ίδιος υποθέτει ότι έχουν παλαιότερα ακούσματα, σε αντίθεση με τους κατοίκους της νότιας Χίου, που έχουν χαμηλότερο μέσο όρο ηλικίας, οπότε διασκεδάζουν με ακούσματα ποιο σύγχρονα, άρα και ταχύτερα όσον αφορά στην εκτέλεση.

 

 

Αμοιβή:

Ο Σ. Πιπίδης εξηγεί ότι παλαιότερα οι μουσικοί μιας κομπανίας που έπαιζαν κάποιο βασικό όργανο έπαιρναν μεγαλύτερο χρηματικό μερίδιο από τις συνολικές αμοιβές σε σχέση με τα υπόλοιπα μέλη, ενώ κατά τη χρονική περίοδο που ο ίδιος ασχολείται επαγγελματικά με τη μουσική, όλα τα μέλη ενός συγκροτήματος έχουν ισόποσα χρηματικά μερίδια.

Κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου οι αμοιβές από τα γλέντια κυμαίνονται μεταξύ 100 και 150 ευρώ, εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις των γάμων, που, όπως αναφέρει και ο Σ. Πιπίδης, τις περισσότερες φορές είναι πολύ προσοδοφόροι. Σύμφωνα με το έθιμο, στους γάμους της Χίου συχνά χορεύουν όλοι οι συγγενείς με τη νύφη, ο καθένας ξεχωριστά, ενώ όταν ο κάθε συγγενής τελειώσει το χορό, δίνει χρήματα στην ορχήστρα.

Τη θερινή περίοδο η αμοιβή των μουσικών μπορεί να φτάσει και τα 500 ευρώ για κάθε πανηγύρι και γλέντι. Ο Σ. Πιπίδης αναφέρει ότι είναι πολύ σημαντικό για ένα μουσικό να ξέρει να διασκεδάζει τον κόσμο, γιατί όσο ποιο πολύ ικανοποιείται το κοινό, τόσο μεγαλώνει και η χρηματική αμοιβή. Υπάρχουν περιπτώσεις που οι διοργανωτές κανονίζουν με τους μουσικούς μια πάγια αμοιβή. Αυτή η αμοιβή δεν είναι σταθερή, καθορίζεται από το μήνα και την ημέρα που θα γίνει το γλέντι: για παράδειγμα αν το γλέντι γίνεται κάποιο Σάββατο του καλοκαιριού, το «μεροκάματο» είναι 500 ευρώ, αν όμως είναι χειμώνας, είναι πολύ λιγότερο.

Ο Σ. Πιπίδης αναφέρει ότι στα πανηγύρια η πληρωμή εξαρτάται από την περιοχή όπου γίνεται το πανηγύρι. Υπάρχουν περιοχές όπου οι κομπανίες πληρώνονται βάσει συμφωνιών από πριν, αλλά και άλλες όπου πληρώνονται με ποσοστά, ανάλογα με τα έσοδα των διοργανωτών. Τέλος υπάρχουν και τοποθεσίες, κυρίως στη βόρεια Χίο, όπου το συγκρότημα πληρώνεται μόνο από τη «χαρτούρα», τις προσφορές των γλεντιστών.

 

 

Τοπικός ή υπερτοπικός επαγγελματικός σύλλογος μουσικών:

Ο Σ. Πιπίδης αναφέρει ότι, αν και δεν ανήκει σε κάποιο μουσικό σύλλογο που δρα στη Χίο, έχει συνεργαστεί κατά καιρούς με πολλούς από αυτούς.

 

 

Κρίσεις για άλλους μουσικούς:

 

Ο Σ. Πιπίδης αναφέρει ότι όλοι οι μουσικοί της Χίου είναι πολύ καλοί επαγγελματίες. Ειδικότερα διακρίνει τον Θοδωρή Ντούσλατζη (από τις Οινούσσες) ο οποίος παίζει μπουζούκι και λαούτο, τον Παναγιώτη και Βαγγέλη Στρουμπάκη από το Θολοποτάμι της Χίου οι οποίοι παίζουν μπουζούκι και κιθάρα αντίστοιχα, καθώς και το Λευτέρη Μπουρνιά που παίζει κλαρίνο και έχει ζήσει πολλά χρόνια στην Αμερική. Επίσης αναφέρει για το Γιώργο Φλωράδη ότι έχει πολύ καλή επικοινωνία με τους γλεντιστές και το κοινό.

 

 

Κοινωνική θέση των μουσικών:

Ο Σ. Πιπίδης αναφέρει ότι η κοινωνική θέση των μουσικών παλαιότερα ήταν πολύ διαφορετική, αφού η νυχτερινή εργασία ήταν αντικείμενο έντονης κριτικής στην τοπική κοινωνία της Χίου. Λίγες ήταν οι οικογένειες που άφηναν τα παιδιά τους να ακολουθήσουν το συγκεκριμένο επάγγελμα, ενώ και όταν συνέβαινε αυτό, κάποιος ή/και οι δύο γονείς ήταν συνήθως μουσικοί. Στη σύγχρονη εποχή, όταν άρχισε ο Σ. Πιπίδης να ασχολείται επαγγελματικά με τη μουσική, οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές, αφού η δουλειά του μουσικού αντιμετωπίζεται ως ένα οποιοδήποτε επάγγελμα.

Ο Σ. Πιπίδης υποστηρίζει ότι οι μουσικοί της δικιάς του γενιάς είναι καλύτεροι οργανοπαίκτες σε σχέση με τους μουσικούς του παρελθόντος, αφού οι παλαιότερες γενιές μουσικών δεν είχαν τη δυνατότητα να σπουδάσουν μουσική, ενώ έβρισκαν και πολύ δύσκολα δάσκαλο να τους διδάξει συστηματικά, εκτός αν είχαν συγγενείς μουσικούς, γιατί, όπως αναφέρει ο Σ. Πιπίδης, σπάνια οι μουσικοί δίδασκαν τα «μυστικά του επαγγέλματος» σε κάποιον άλλο, φοβούμενοι τον (μελλοντικό) επαγγελματικό ανταγωνισμό.

 

Πώς αξιολογεί ένα ακροατήριο τον/την τραγουδιστή/τρια/μουσικό:

Σύμφωνα με τον Σ. Πιπίδη είναι πολύ σημαντικό για ένα μουσικό να ξέρει να «διασκεδάζει τον κόσμο» και να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του.

 

Φωτογραφίες

Βίντεο

Video Grid with Modal
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Video 1
Μετάβαση στο περιεχόμενο