Λιγνός Δημήτρης
ΙκαρίαΤόπος γέννησης: Κάμπος, Ικαρίας
Χρόνος γέννησης: 1949
Στοιχεία καταγωγής:
Ο Λιγνός Δημήτρης, έχει καταγωγή από την Ικαρία, είναι ερασιτέχνης μουσικός, με θεωρητικές γνώσεις μουσικής και παίζει κιθάρα, λαούτο (και λάφτα). Από το 1983 έμενε μόνιμα με την οικογένεια του στο Ναύπλιο, ενώ από το 2000 και έπειτα εγκαταστάθηκε στην Ικαρία.
Για τη σχέση του με τη μουσική ανέφερε ότι: «[…] στην ουσία με την επαγγελματική μουσική, καθαρά επαγγελματικά δεν ασχολήθηκα ποτέ. Ελεύθερος επαγγελματίας είμαι, κατασκευαστής είμαι, φτιάνω τέντες και τα λοιπά […]. Έχω κατάστημα που πουλάω […], κατασκευάζω τις τέντες και πουλάω μουσικά όργανα. […] [Βέβαια] όλη η οικογένεια μου παίζει μουσική. Τα παιδιά μου έχουνε σπουδάσει μουσική και τα δύο. [Η] μία είναι καθηγήτρια μουσικής, κλασική κιθάρα έχει κάνει και θεωρητικά βέβαια. Η άλλη έκανε πιάνο, η μικρή, και είναι ηθοποιός στο επάγγελμα […]. Έχουμε και ωδείο στο […], το ωδείο «Αναγέννησης» στην Αθήνα -ο πρώτος μου ξάδερφος ο Τιμόθεος Λιγνός […]».
Ο ίδιος ξεκίνησε να ασχολείται με τη μουσική από το 1962: «Το 1962 άρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική. Ξεκίνησα απ’ τον άλλο μου παππού. Απ’ τον πατέρα της μάνας μου. Ο παππούς μου, λοιπόν, πήγε και μου πήρε μια κιθάρα και με πήγε σ’ ένα σχολείο κει μουσική[ς]. Σε μια σχολή μουσικής εκεί, και ξεκίνησα από το 1962 να μαθαίνω μουσική. Έκανα κλασική κιθάρα, σπούδασα κλασική κιθάρα».
Για την εκμάθηση του λαούτου ανέφερε: «Λοιπόν, για να μάθω λαούτο τώρα, η κίνηση η πρώτη ήταν της μάνας μου. Μ’ αγόρασε λαούτο και μου το στέλνει δώρο στο Ναύπλιο που ήμουνα, περίπου στο 1985 […]. Έψαχνα να βρω ένα δάσκαλο να μάθω λαούτο, γιατί ούτε να το κουρδίσω δε μπορούσα […]. Βρήκα λοιπόν στην Τρίπολη [και] κάθε βδομάδα πήγαινα κει. Κατέβαινα στο Λύκειο Ελληνίδων [στην Τρίπολη] ήτανε, και κατεβαίνανε μουσικοί από την Αθήνα κάθε Κυριακή και διδάσκανε μουσική παραδοσιακή. Όντως εκεί βρήκα [ένα] παλικάρι, το οποίο ήτανε καλός λαουτιέρη[ς], και εκείνος μου ’δειξε πέντε πράγματα κι από κει ξεκίνησα».
Για την εκμάθηση της λάφτας ανέφερε: «[…] είχα το ενδιαφέρον ν’ ασχοληθώ με τη βυζαντινή μουσική […]. Ξεκίνησε το ενδιαφέρον πάλι από το Ναύπλιο. Ήρθανε ο Σινόπουλος με κάποιους συνεργάτες του κι έκανε κάποια εκδήλωση στο Ναύπλιο και ήτανε η πρώτη φορά που άκουσα το πολίτικο λαούτο. Μ’ άρεσε πάρα πολύ […], η λάφτα που λέμε, το πολίτικο λαούτο. Αφού πήρα κάποιες πληροφορίες απ’ αυτόν, άρχισα να αναζητάω τη λάφτα να πούμε […]. Τελικά, ένας πατριώτης μας που ασχολείται με το βιολάκι και παίζει, μου λέει: ‘Ρε συ στην Αθήνα είναι ένας πατριώτης μας άλλος, ο οποίος, λέει, είναι σ’ ένα σύλλογο που διδάσκουνε παραδοσιακή βυζαντινή μουσική και οργανοποιεία και κατασκευάζει τέτοια όργανα’. Λοιπόν, πάω και τον βρίσκω και κάναμε γνωριμία και μπήκα και στο σύλλογό τους μετά. Παρακολουθούσα μαθήματα βυζαντινής μουσικής και μάθαινα και λάφτα εκεί».
Για την ενασχόληση του με τη μουσική, ανέφερε ενδεικτικά ότι: «Ε, σε μαγαζιά έχω παίξει. Στην Πλάκα [Αθήνα] έπαιζα τότε, στην εποχή που ήταν το «Νέο Κύμα» και τέτοια […]. Όχι, όχι, τίποτα συγκροτήματα. Συγκροτήματα είχαμε τότες, τι εποχή; […], να σου πω, το 1967 περίπου […]. 1966-1965 εκεί μέσα ήταν τα συγκροτήματα, τότε αυτά τα μοντέρνα της εποχής εκείνης, που είχανε […], η κάθε συνοικία είχε και συγκροτήματα. Τότε δίναμε ρεσιτάλ σε σινεμάδες […]. Ε, το 1967 ήτανε στην ουσία που διαλύσαμε το συγκρότημα που είχαμε τότε […]. «Lizard», σαύρες [ήταν το όνομα] ξέρω ’γω, έτσι λεγόταν το συγκρότημα και ήταν ένα συγκρότημα που είχαμε στη Νέα Ιωνία […]. Λοιπόν, ε, όταν ήρθα το 2000 εδώ [στην Ικαρία], ήδη ας πούμε είχα προχωρήσει κατά κάποιο τρόπο στο λαούτο κι έτσι ξεκίνησα ‘δω πέρα και έπιανα και μπήκα και σ’ ένα γκρουπάκι με το Λευτέρη το Σκάτζακα και κάναμε 2 χρόνια μαζί παρέα και πήγαινα και στα πανηγύρια και έπαιζα μαζί του […]. Έκανα [και] ένα δίσκο, με τραγούδια καινούργια, ήθελα να κάνω τραγούδια για την Ικαρία. Έχω ένα φίλο […], κοντά είκοσι χρόνια είμαστε φίλοι. Αυτός γεννήθηκε στην Αθήνα και κατάγεται από την Καλαμάτα Μεσσηνίας, ο οποίος είναι στιχουργός, κι έχει μεγάλη ευχέρεια στο στίχο […]. Του ’πα και μου ’γραψε τραγούδια για την Ικαρία με περιγραφές που του ’δωσα, με βιβλία που [του] πήγαινα […]. Και κατάληξε να γράψει 150 ποιήματα-στίχους για την Ικαρία, αφού λέμε να τα κάνουμε βιβλίο τώρα. Σ’ ένα σύλλογο τα δώσαμε, στη φιλαρμονική από ‘κει, να τα κάνει ένα βιβλιαράκι και να τα διαθέσει έτσι. Λοιπόν […], απ’ αυτούς τους στίχους που μου ’δωσε, έκανα την πρώτη δουλειά, αυτή που έκανα και μέχρι στιγμή[ς] η μοναδική […]. Σε cd, είναι 17 τραγούδια από τα οποία τα 13 είναι μουσική δικιά μου. Και έχει μέσα Καλαματιανά, συρτά […]. Το ‘Σύμβολο’, ‘Σύμβολο’ [το όνομα του cd].
Για το Ικαριώτικο πανηγύρι ανέφερε ενδεικτικά ότι: «Βέβαια, οι σύλλογοι εδώ […], είναι μόνο για να δημιουργήσουνε, για τη δημιουργία ‘δω του τόπου […]. Μα άλλωστε όταν ένας σύλλογος κάνει μια χοροεσπερίδα, κάνει μια εκδήλωση, αυτομάτως μετά από 1-2 μέρες θα βάλει έναν πίνακα και θα πει: ‘Εισπράξαμε αυτά τα λεφτά, δώσαμε τόσα στα όργανα, δώσαμε τόσα στα κρέατα’ […]. Για τον τρόπο […], που λειτουργούν οι διοργανωτές και διοργανώνουνε τα πανηγύρια, είναι ο παραδοσιακός τρόπος. Το φαγητό, το πώς θα πας να πάρεις το αυτό, το πώς θα το πληρώσεις, το κρασί σου, ξέρω ’γω. Όλα αυτά είναι παραδοσιακά, έχουνε μείνει έτσι».
Συμμετέχει επίσης και στα πολιτιστικά δρώμενα του νησιού: «[…] παρακολούθησα κάποια μαθήματα κει [στο σύλλογο της Αθήνας] και μετά μου ’ρθε η ιδέα και κινήθηκε το ενδιαφέρον μου να κάνω αντίστοιχο σύλλογο εδώ στην Ικαρία τέτοιο, που να έχει την ίδια αυτή. Με βοηθήσανε βέβαια τα παιδιά από κει, μου δώσαν το καταστατικό τους. Βρήκα άτομα ‘δω που στηρίξανε την άποψη αυτή, και έτσι λοιπόν ξεκινήσαμε και δημιουργήσαμε το σύλλογο αυτό, εδώ και 4 χρόνια. Από πέρυσι ξεκινήσαμε και κάνουμε εκδηλώσεις ήδη με τους ίδιους [τους] μαθητές μας, οι οποίοι, ήδη φέτος, ετοιμάζουμε τώρα συναυλία ακόμα πιο δεμένη ας πούμε. Συν της άλλης θα έχει και συμμετοχή κι η χορωδία φέτος, παράλληλα που έχουμε δημιουργήσει […]. Το ενδιαφέρον περισσότερο από μας είναι, κυρίως, αυτό που μπορούμε να μεταδώσουμε στα παιδιά, να το εισπράξουν τα παιδιά […]. Και όταν βλέπουμε ότι υπάρχει αυτό το όφελος και αυτό […], όσο το βλέπουμε να λειτουργεί τόσο πιο πολύ μας ενθουσιάζει […]».