Λεβισιανός Ιωάννης

Σάμος

Τόπος γέννησης: Βαθύ, Σάμος

Χρόνος γέννησης: 1931

Στοιχεία καταγωγής:

Ο Γιάννης Λεβισιανός γεννήθηκε στο Βαθύ της Σάμου αλλά τώρα μένει στην περιοχή
Βλαμαρή. Είναι 76 ετών.

Ιδιότητα:
Ο Ιωάννης Λεβισιανός παίζει από μικρός τσαμπούνα:

Την τσαμπούνα τ’ν έμαθα [….] από δεκατρίω χρονώ. Αλλά! Για να μάθ’ς τσαμπούνα, δεν είν’ εύκολο όργανο. Είναι δύσκολο όργανο.

Επίσης μερικές φορές τραγουδούσε:

Καμμιά φορά, ναι…Άκουγα στα [….] καφενεία…Μωρέ δε θυμάμαι εγώ, όχι τα λόγια τώρα, ούτε [….] Ούτε [….]!Έχω μάθει εγώ τ’ς κομμουνιστή τραγούδια τότες π’ απαγορεύοντανε. «Κάποια μάνα αναστενάζει …» Ε; Το ξέρεις αυτό; Δεν το ξέρεις «Κάποια μάνα αναστενάζει μέρα-νύχτα να το δει ». Να το δει. Ήτανε τώρα που φεύγανε τα παιδιά και πηγαίνανε στη Μέση Ανατολή. Και δεν ξέρανε αν γυρίσ’, τέτοια. Λοιπόν αυτό, το ‘χε βγάλει ένας ανάπηρος Συνταγματάρχης. Στον πόλεμο. Τραγούδια [….] Πού να τα θυμάμαι εγώ τώρα. Είχα λαρύγγι [….] άλλο πράμα.

 

Γονείς:
Ο παππούς του Γιάννη Λεβισιανού κατάγεται από το Λεβίσι της Μικράς Ασίας:

Μένα ο παππούς μου, γι’ αυτό με λένε Λεβισιανό. Είν’ απ’ το Λεβίσ’. Ο παππούς μου, είναι απ’ το Λεβίσι. Το Λεβίσι είναι εδώ από πίσω σου, απ’ τη Γκαμήλα εδώ κάτ’. Κάτ’. Να, προχθές που πηγαίνουμ’ με το καΐκ’ του λέω του γιου μου ότι «βρε, από δω ήταν ο πρoπάππους σ’. Μέσα εκεί.» Λοιπόν, κι όταν έγινε […] ερχόνταν αυτοίνε στην Ελλάδα, ανάλογα με το μέρος που ήτανε, που ζούσανε, εβγαίν’νε και το [….] παράνομο. Έχει πολλοί Λεβισιανοί. Αλλά δεν έχω καμμιά αυτή, εγώ, συγγένεια με τ’ς Λεβισιανοί. Μόνο ένας στο Παλιόκαστρο έχει […] Λεβισιανό. Αυτό ήτανε. Στον Πύργο έχει Λεβισιανό πολλοί. Στο Πάν’ Βαθύ έχει ένανε. Λεβισιανό. Αλλά δεν έχουμε καμμιά […] αυτή εμείς. Ενώ τον παππού μου τον είχ’νε βγάλει, επειδή ήταν απ’ το Λεβίσι, τόνε βγάλαν Λεβισιανό [….]Ήταν αδήλωτοι αυτοί τότε, και τ’ς δηλώνανε, φερ’ ειπείν [….] Και [….] λέγαν τα ονόματα.

Για τον πατέρα του αναφέρει:

Και τι δεν έκανε και αυτός… Αυτός ήτανε βαρελάς. Έφτιαχνε βαρέλια (στην Ένωση Οινοποιητών)… Πέρα κει. Μ’ ένα Γερμανόφιλο. Από κει [….] γκρίγκριγ’ (;) ένας φίλος του [….] αφήνει τα βαρέλια και πιάνει ζώα. Κατσίκια. Ε, απ’ τα κατσίκια πήρε αρνιά. Κι απ’ τ’ αρνιά κόλλησα εγώ στ’ αρνιά…Αλλά επί Κατοχή. Πού να πάει; Πού να πάω; [….] Έφυγε ο κόσμος στη Μέση Ανατολή [….] τότες. Εγώ ήμουνα πιτσιρικάς, δεν παραμέρησα. Με μία αδερφή και [….] Αρχίνισα και με τ’ αρνιά. Με τ’ αρνιά, με τ’ αρνιά, με τ’ αρνιά. Βίρα φτώχεια, βίρα πείνα.

 

Οικογενειακή κατάσταση:

Ο Γιάννης Λεβισιανός παντρεύτηκε πολύ νέος τη γυναίκα του Ζαφείρω:

Το πενήντα…Φαντάρος πήγα και ήτανε έγκυος. Την άφ’κα έγκυο την κυρία από δω. Φαντάρος και γεννήθηκε ο Μανώλης.

Το 1953 γεννήθηκε ο πρώτος τους γιος, ο Μανώλης, μουσικός κι αυτός:

Τώρα, τώρ’ αρχινάει ο Μανώλης. Ο Μανώλης μόνο είν’ ο μόνος που παίζ’ τσαμπούνα.

 

Ο γιος τους Νίκος γεννιέται το 1959 και το 1964 ο μικρότερος γιός τους ο Σπύρος, ο οποίος μένει στην περιοχή Τζαμαδού, κοντά στο Βαθύ και έχει εστιατόριo. Ο Γιάννης Λεβισιανός έχει και έξι εγγόνια:

Τρία αγόρια έχω και έχω αγγόνες δυο, τέσσερα, έξι. Είναι τρία αγόρια, τρία κορίτσα.

Η γυναίκα του Γιάννη Λεβισιανού, Ζαφείρω, ζούσε στην Αθήνα όπου είχε συγγενείς. Όταν γύρισε στη Σάμο για να δει τους γονείς της γνώρισε τον άντρα της και παντρεύτηκαν. Η ίδια θυμάται να λέει νανουρίσματα στα παιδιά της και παινέματα στους γάμους. Ο Γιάννης Λεβισιανός λέει για τη γυναίκα του:

Χόρευε ωραία. Χόρευε, ωραία. Χορεύ’ τούρκικα αυτή ωραία. Τώρα [….].

Η μεγαλύτερη αδελφή του Ειρήνη τραγουδάει πολύ ωραία σύμφωνα πάντα με τη γνώμη του Γιάννη Λεβισιανού:

Έχω και μιαν αδερφή και τραγουδάει ωραία. Πολύ ωραία. Κείνη μένει στα Λιόσια. Πολύ ωραία! Λαρύγγι [….] Αυτοί που σου λέω οι Καλτάκηδες παρακαλούσαν τον πατέρα μου να την πάρ’ν μαζί…Ήτανε πουτάνα όταν πά’αινε. Την αδίκησε την αδερφή μου. Αλλά ευτυχώς [….] πήγε στην Αθήνα κι ηύρε έναν άντρα και παντρεύτηκε και πέρασε τη ζωή της ωραία. Ευτυχώς!Καλό παιδί πήρε[…]Άλλο πράμα! Τι είν’ αυτές που τραγουδάνε τώρα; Δίχως, ε [….] μικρόφωνα και κολοκύθια. Σάλευε ο τόπος!

 

Άλλο παράλληλο ή κύριο επάγγελμα:

Ο Γιάννης Λεβισιανός από εννέα ετών ασχολείται με την κτηνοτροφία ακολουθώντας τον πατέρα του:

Ε, απ’ τα κατσίκια πήρε αρνιά. Κι απ’ τ’ αρνιά κόλλησα εγώ στ’ αρνιά…Αλλά επί Κατοχή. Πού να πάει; Πού να πάω; [….] Έφυγε ο κόσμος στη Μέση Ανατολή [….] τότες. Εγώ ήμουνα πιτσιρικάς, δεν παραμέρησα. Με μία αδερφή και [….] Αρχίνισα και με τ’ αρνιά. Με τ’ αρνιά, με τ’ αρνιά, με τ’ αρνιά. Βίρα φτώχεια, βίρα πείνα…Από εννιά χρονώ [….] είμαι σ’ αυτή την παλιοδουλειά. Να ‘ξερες τι [….] τι βγαίνει αυτή η δουλειά. Π’ όσα νερά έχει κάμει ο ουρανός κι όσα κρύα έχει βγει [….] βγάλει, έχει περάσει από την πλάτη μου. Προπάντω τ’ αρνιά, κρύο – βροχή, έξω. Δώδεκα ώρα τα μεσάνυχτα όξω. Σήκω απ’ το [….] και τι κρύο. Και τι κρεβάτ’; Τι κρεβάτ’! Ποιο κρεβάτ’. Τι κρεβάτ’. Η ζωή παρά μ’ έχει, παιδιά…Τραβάς το κουπί και τα νερά είναι δω, τότες κουβαλούσαμε νερά με [….] με άλογα. Δεν είχαμε νερό και καλούσαμε τ’ άλογα να τα ποτίσουμε αυτά. Τώρα [….] τα ‘χουμε αμέσως. Αλλά [….] δεν αμοιβόμαστε τώρα. Δεν αμοιβόμαστε. Πάμε το γάλα [….] στο τυροκομείο κι πιο ακριβό είναι το μπουκάλι το νερό το μικρό παρά το κιλό γάλα…Κείνα τα χρόνια [….] δεν είχα παπούτσα να βάλω. [….] Κι άμα δεν έχ’, πού να πας; Ξυπόλητος;

Στα δεκατρία του χρόνια άρχισε να μαθαίνει μουσική βλέποντας τους παλαιότερους μουσικούς να παίζουν τσαμπούνα:

…παλιοί, παλιοί βέβαια. Αυτόν το [….] ένας γέρος Χατζημιχάλης Κώστας. Α. Παίζανε κει. Παίζανε. [….] Παίζανε[….] Άμαν έχεις μανία όλα τα μαθαίνεις…Ε, και έχω ένα εγγονό. Έχω ένα εγγονό. «Παππού κάνε μ’ τ’ν τσαμπούνα.». Κάνω με το καλάμι. Ένα – δυο μέρες, την πετάει. Α! Τι να της κάνω γω;[…]Βρε για να μάθ’ς τσαμπούνα τα χέρια θα [….] θα σκίσουνε. Εε, δεν είν’ εύκολο να μάθ’ς τσαμπούνα. Είναι δύσκολο πράμα. Πρέπει μόνος σου να προσπαθήσεις. Ν’ ακούς και να γράφεις. Το μυαλό. Δεν έχει γράμματα αυτό το πράμα[…]Έβλεπ’ αυτοί που παίζανε, πώς σηκώνει τα δάχτυλα, πώς κάνει το ένα, πώς τ’ άλλο και μπίρι-μπίρι-μπίρι [….] Μήνες! Μήνες! Μου ‘λεγε ο μπαμπάς μου, «βρε πέτα τα!». «Α, θα μάθω.» – Του ‘λεγα. Του πατέρα μ’. «Βρε πέτα τ’ αυτά τα πράματα, τα χέρια σ’ δε θα μπορείς να πάρ’ς.» «Θα μάθω».

 

Διαδρομές στο χώρο και στο χρόνο:

Η οικογένεια του Γιάννη Λεβισιανού έμενε στο Βαθύ της Σάμου αλλά το 1936 με 1937 μετακόμισαν στο Βλαμαρή:

Είχαμε ένα σπίτι στο Βαθύ. [….] Κι όταν πάντρεψε ο πατέρας μου τη μεγάλη αδερφή [….] Είχα μια πιο μεγάλη. Τ’ Μανώλη τ’ Φρατζή η μητέρα. [….] Ήτανε η πιο μεγάλη. Και αυτή με μεγάλωσε κιόλα εμένα. Λοιπόν, όταν δώκαμε το [….] έδωσε ο πατέρας το σπίτ’ τ’ς αδερφής, μας πήρε και μας πήγε σ’ ένα υπόγειο εδώ πέρα. Και μέναμε. Μέναμε [….] δυο [….] τρία κι εγώ τέσσερα. Η τελευταία ήτανε παντρεμένη. Είχα κι άλλη μία αδερφή παντρεμένη. Και μεγάλωσα εδώ πέρα εγώ. Σ’ αυτό το [….] το υπόγειο…Τ’ν Κατοχή ήμουνα ιδώ. Λοιπόν, από κει φεύγανε τα [….] ο κόσμος για τ’ Μέση Ανατολή, έγινε ο πόλεμος, Κατοχή, πείνα [….] Πίν’νε τα μάτια σ’ [….] Με την πείνα ήμ’να εγώ [….] δέκα – δώδεκα χρονώ, περίπου. Περίπου [….] Όταν βροντούσαν οι Ιταλοί κει που πατήσαν το Βαθύ, ήμουνα πιτσιρικάς ακόμα. Μετά ήρθαν οι Ιταλοί, ήρθαν οι Γερμανοί, έφαγα ξύλο απ’ τ’ς Γερμανοί, με πήγαν στο νοσοκομείο [….] Μετά [….] που έγινα πιτσιρικάς, άντρας – δεκαοχτώ χρονώ – παρουσιάστηκ’ η μαντάμ. [γελάει η συνεντεύκτρια] Η μαντάμ αυτή έχει μεγαλώσει στην Αθήνα. Που βλέπ’ς. Ε, ημάσταν με τον πατέρα σα [….] φίλοι να πούμ’, φίλοι. Όχι [….] Είχα τον αδερφό μου μικρόνε μαζί, με τα πρόβατα, και μπόραγε [….] εγώ τώρα, σου λέω, τραγουδούσα πολύ ωραία! Τραγουδούσα, τραγ’δούσα όχι [….] Λοιπόν, εε «Γιάν’, άμα έρθει η Ζαφειρώ θα σε κάμω γαμπρό.» Ο αδερφός ο μικρός μου το ‘λεγε, μικρός. Έντεκα χρονώ, δώδεκα ήτανε το παιδάκι; [γελάει η συνεντεύκτρια] Αφού ήρθε η κυρία, «Με άδεια έρχεσαι;» «Με άδεια έρχομαι. Τι να έρχομαι;» Και [….] Πέρναγα από κει, μπήκα μέσα και την είδα. Την τέτοια. Από κει ερωτευτήκαμε.

Το 1950 ο Γιάννης Λεβισιανός παρουσιάζεται στο στρατό:

Εγώ παρουσιάστηκα στο Χαϊδάρ’. [….] Κι απ’ το Χαϊδάρ’, πήγα στην Εκάλη.

Πεντακόσα πενήντα τέσσερα τάγμα ήτανε. Κι απ’ την Εκάλη[….]Λοιπόν, κι απ’ την Εκάλη πήγα στο Διόνυσο. Πανόραμα του Διονύσου. Κι από κει πήρα τ’ απολυτήριο.

 

Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας δεν έπαιζε μουσική αλλά θυμάται άλλους μουσικούς:

Μας ήρθανε τρακόσια άτομα [….] απ’ τ’ς Αλβανίας τον πόλεμο. [….] Υπήρχε τρεις, με κάιντες – με τσαμπούνα – κάιντες. Έχεις ιδέα από κάιντα; …Ααα! Προπάντω ένας. Βρε παιδάκι μου, τι ήταν κείνο το πράμα! Ήταν απάνω απ’ τη Σπάρτη. Απάνω. Από πάνω, απ’ τη Σπάρτη. [….] Τρεις ήτανε με τ’ς κάιντες, το Χαϊδάρ’ σάλεψε! Βγαίναν όξω στο προαύλιο τη νύχτα κει, πωπωπωπωπω τι γινότανε. [….] Εδώ δε [….] η τσαμπούνα δεν κάνει.

 

Προσωπική και οικογενειακή πορεία:

Ο Γιάννης Λεβισιανός αναφέρεται στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι στην εποχή του αλλά και στον τρόπο της διασκέδασής τους:

Άλλα χρόνια κοπέλα μου εκείνα. Φτωχά [….]Αλλά καλά! Όλο το μήνα, αυτό τον Αύγουστο, κουβαλούσαμε. Κάναμε διαδρομές με μούστο. Από δω, και τα παγαίναμε [….] σε οινοποιείο, εκεί πέρα στην Ένωση [Ένωση Οινοποιών]. Να μαζέψουμε για το παν’γύρ’ τ’ Άι-Γιαννιού. Λοιπόν. Τα λεφτά αυτά, όλα, αυτό το μήνα που δουλεύαμε, φεύγανε στο παν’γύρ’. Και την άλλη μέρα ούτε τσιγάρο. Χαρτούρα […..] τα πιοτά….Τι είδους – τι είδους χαρτούρα δε […..] σο’ ‘λεγε «σήκω χόρεψε». Όπως είναι τώρα [….]Στο Αγαθονήσ’, τι είπε ο τέτοιος; «Μέχρι τ’ς ‘εντεκα θ’ αρχινήσουμε.» Και μετά κατά τη μία λέει, «Από δω δεχόμαστε παραγγελίες.» Τ’ άκουσες; Και βάλαν το κουτί και δούλευε και χαρτούρα.

Για τον τρόπο των μετακινήσεων την εποχή του Γιάννη Λεβισιανού αναφέρει:

Είχα δυο άλογα κι ένα γάιδαρο. Τρία. Καβάλα και [….]Τ’ν τσαμπούνα και βίρα. Μην ψάχνετε τη ζωή τη δικιά μ’. Μη ψάχνετε. Γενικά τα παιδιά τώρα, αυτή τη [….] αυτή η γενεά δε μπορεί να κάμει αυτά που περάσαμε εμείς[…]Από πέρα εκεί για να πά να μαγειρέψει. Στον ώμο ξύλα, δεν είχα να πάρω γάιδαρο και το πά’αινα στο Βαθύ. Στον ώμο! Για να πά να μαγειρέψει και να κάμει και [….] να πλύνει και [….] τα βρακιά. Όχι πολύν καιρό. Α, κάνα μήνα. Ε; Και μετά έφυγ’ ένας για τ’ν Αυστράλια κι είχε έναν γάιδαρο και μου τ’ν χάρισε και [….] αθεώθηκα. Και βίρα-βίρα[…]Να μη, αυτά τα χρόνια, ούτε ο εχθρός. Να μη τα ιδείτε αυτά τα πράματα. Να μη τα ιδείτε. Δεν είναι [….]Μη τα ιδείτε αυτά τα πράματα. Δεν ξέρω τώρα γιατί τα πράματα βλέπω και πολύ δυσκολεύουν. Δεν ξέρω τώρα τι θα γίνει. [….] Εσείς τώρα όπως μάθατε![…]Σε μια γαβάθα! Τώρα [….] να και σαλάτα, να και κολιό, να και κρέας, να και σουβλάκια! Πού ήτανε αυτά τα πράματα;…Εγώ αν έβγαινα [….] έβγαινα τη μέρα μ’ ένα κομμάτ’ ψωμί ξερό και με πικρές ελιές. Και ξέρ’ς πότε πά’αινα κι έτρωγα; Δέκα το βράδυ!

Καθώς θυμάται τα πανηγύρια που γίνονταν περιγράφει:

Τ’ Άι-Γιαννιού, σαλιγκάρ’. Αυτός ήταν ο μεζές. Κι αν επαίρναγε ο ψαράς κι έφερνε καμμιά παλιογούπα [ψάρι (;)], την έκανε στο τηγάνι. Αυτό ήτανε. Σαλάτα; Πού να τη βρεις; Και, οι ελιές. Κάτι ελιές, α. Κάτι σαρδελάκια. Κάτι αρμυρά σαρδελάκια[…]Απ’ όλα πίναμε. Ουίσκι δεν υπήρχε.Το ουίσκι δεν υπήρχε εδώ. Κείνα τα χρόνια στα μαγαζά.Τώρα μάθαμε [….] να πιούμε κι έν ουισκάκι. Τώρα τα μάθαμε αυτά. Κρασί ή ούζο. Καλό ούζο. Κάνανε καλό όυζο εδώ [….] στη Σάμο, πολύ καλό. Η σούμα είν’ άλλη. Τη σούμα τ’ν βγαίνανε [….] Ούζο. Ούζο έβγαινε εδώ πέρα ο [….] ένας Γιοκαρίνης, πολύ καλό.

 

Τα γλέντια την εποχή του Γιάννη Λεβισιανού διαρκούσαν αρκετές μέρες:

Τέσσερις μέρες. Ανάλογα το [….] τον κόσμο. Εγώ ήρθε και εβδομάδα που έλειπα απ’ το σπίτ’. Ημάστανε παρέα και «Πού πάμε τώρα; Στους Βουρλιώτες; Πάμε.»…Με αμάξι τώρα, άμα βγήκαν τ’ αμάξια, ε [….] Δυο αμάξια ήτανε στη Σάμο τότες ερχομένα. Το ‘να ήτανε ξύλινο. Και τ’ άλλο ήτανε [….] Δυο αμάξια υπήρχανε. Κι είχα κι ένα μπάρμπα στ’ Μυτιληνιούς [….] Αυτός πρωτόφερε το αμάξ’. Στ’ Μυτιληνιούς. Ήτανε τ’ς μάνας μου αδερφός. Και όταν του σφύριζα έρ’νε και μας […] σεργιάναγε αυτός ο φουκαράς. Μετά τον πόλεμο ήτανε. Μετά τ’ς Αλβανίας τον πόλεμο. Το σαράντα έξι-σαράντα οχτώ….Το μοναδικό αμάξ’ που ‘ρθε [….] το ‘χε φέρει ο μπάρμπας μ’. Το πρώτο. Και μετά το ‘φερε ένας [….] ένας Δημάκης, απ’ το Δημάκη το ‘φερε κι ένας Ζαχαρίου. Αυτά τα τρία. Αυτός ο Ζαχαρίου ήτανε τ’ αμάξι και [….] το ξεσκέπαζε και όταν έμπαινε ο βασιλιάς τον έβαζε μέσα. Το ‘ντυνε όλο κόκκινο και τον έβαζε μέσα.

Ο Γιάννης Λεβισιανός διηγείται ιστορίες από τα πανηγύρια τα οποία θυμάται:

Η τσαμπούνα άμαν έπαιζε σηκώνοταν απάνω δέκα – είκοσι νοματέοι. Και ο μπροστινός έλεγε τα ανέκδοτα. Και η τσαμπούνα ακολούθαγε αυτόνε που λέει τα ανέκδοτα. Και [….] συνέχεια. Τώρα, άμα [….] τσαντίζ’τανε και κανένας ….Δε [….] φεύγανε παρά γέν’ντανε και [….] καυγαδίζαν…Γέν’τανε και καυγάς. […] Είχε πολλά πράματα. Στα παν’γύρια, εκείνα τα χρόνια, πάντα πάν’ που […..] στο φουλ, ήθελε να κάνουμε και καυγά. [….] Γιατί [….] πάτησε το πόδ’ τ’ς η [….] φιλινάδα σ’, γιατί [….] ακούμπησε απάνω στη [….] γυναίκα μ’, και δώσ’ του.

Οι μουσικοί στα πανηγύρια περίμεναν την πληρωμή από τους γλεντιστές, τη χαρτούρα δηλαδή, για να αρχίσουν να παίζουν:

Άμα δεν πά’αινε χαρτούρα αυτός, δεν έκανε το [….] ι-ι-ι. Δεν έχει [….] να κάμ’. Έτσ’ στέκ’ντανε. Κόκκαλο. Μόλις κόλλαγες το [….] χαρτούρα κι έδινες και κάτι παραπάνω [….] εκεί γίν’ντανε ο καυγάς. Επειδή χόρευες συ μισή ώρα, και οι άλλοι δε χορεύανε, εκεί γίν’ντανε ο καυγάς. Ε, άι που θα μαλώνανε με τους μουσικοί! Παρά άμ’ μαλώνανε αναμεταξύ τ’ς! Δε μαλώνανε. Κι όμως, «Όχι [….] Εσύ θα χορέψ’ς» «Όχι εγώ.» και [….] γέν’ντανε το κακό.

Επίσης θυμάται τα πανηγύρια στο Αγαθονήσι όπου έτυχε να παίξει και με το φίλο του και μουσικό Γιαμαίο:

Που λες, είχα ένα φίλο και μου ΄λεγε να πάμε στ’ Αγαθονήσι [….] Κείνος ο γέρος που έπαιξε το βιολί…Κι ο άλλος που πήγε δίπλα ο γέρος. Που του λέγαν να παίζει το [….] να παίξει και δεν έπαιξε; Το λαούτο; Αυτοί είναι μόνιμοι κάτοικοι εκεί. Κι ήτανε παλιά οργανοπαίχτες στο βιολί και στο λαούτο. Και μόνο γι’ αυτόν. Μου λέει «θα πάμε στο Αγαθονήσι, έχει και βιολιά.» «Τι να πά να κάνω ρε στο Αγαθονήσ’;!» Τ’ Αγαθονήσ’ τώρα δεν ήτανε όπως πήγαμε τώρα εμείς. Ήτανε τα καλάμια, με [….] αυτά, με χώματα, με τέτοια πράματα. Ούτε δρόμοι είχε, ούτε σπιτάκια καλά. Εε!

 

Στις Απόκριες συνηθίζονταν να λένε γλεντιστές και μουσικοί σατυρικά στιχάκια:

Έχει ένα γιατρό και [….] Είχε, να! Ένα βιβλίο γραμμένα. Κι άμα αρχίναε αυτός! Έβγαινε πάνω στο τραπέζ’ και [….] αρχίναγε! Ε, άμα αρχίναγε [….] Άμα αρχίναγε για τους παπάδες!…Χατζούδης. Γιατρός. Μάμος είναι. Μάμος […] Δεν είν’ εύκολο πράμα να θυμάσαι το στιχάκι, να το πεις, αυτό.

 

Ο Γιάννης Λεβισιανός θυμάται ότι οι γυναίκες αν και συμμετείχαν με τις οικογένειές τους στα γλέντια που γίνονταν και χόρευαν κυρίως συρτά δεν μπορούσαν να πάνε μόνες τους στα καφενεία κάποια άλλη στιγμή:

Στα πανηγύρια, δηλ’δή τώρα όπως σας είπα τ’ Άι-Γιαννιού, τ’ς Αγίας Ζώνης, αυτά, πηγαίνανε ομαδικώς. Όλη η οικογένεια. Παιδιά, γαμπροί, παππούδες. Οικογένεια όλ’. Στα καφενεία ναι. Ενώ άλλη μέρα [….] δεν έβλεπες γυναίκα σε καφενείο. Να πιει καφέ. Δεν έγραφε τέτοιο πράμα! Τώρα [….] Καλή δεν είναι τώρα; Δεν είν’ πιο καλά τώρα; Γιατί τότες όταν πά’αινε στην κυρά – στο καφενείο – δεν ήτανε καλή κοπέλα. Ήτανε [….].

 

Μουσική μαθητεία:

Ο Γιάννης Λεβισιανός έμαθε να παίζει μόνος του μουσική έχοντας όμως μουσικά ακούσματα από παλαιότερους μουσικούς.

 

Μουσική εξειδίκευση (τραγούδι, ή/και όργανα):
Μέχρι τη δεκαετία του 1960 οπότε και ελλατώνεται η χρήση της τσαμπούνας, σύμφωνα με το Γιάννη Λεβισιανό, υπήρχαν λίγοι τσαμπουνιέρηδες στην περιοχή του:

Εγώ [….] Εγώ, ο Βαγγέλης, κι απάνω ο κ’τσός, στο Γαλατά. Τρεις [….]Αυτοί ‘ναι πεθαμένοι τώρα, είναι εκατό χρονώ. Λοιπόν, ο άλλος ο [….] Ο Βαγγέλης είναι [….] Χατζημιχάλης. Απ’ το Πάνω Βαθύ [….] Έχει ένα φορτηγάκ’ τώρ’ αυτός. Αυτός είναι πιο μικρός από μένα. Κι αυτός καλός. Μ’ αυτόν εκάναμε [….] τα γλέντια. Αυτό είναι.

…Τ’ Χατζημιχάλη, ο πατέρας. Πολύ [….] Πολύ παππούς. Κι αυτός έπαιζε. Ενώ οι άλλοι δε [….] Στη Βλαμαρή ήμουνα ο μοναδικός εγώ. Δεν είχε το μέρος εδώ. Δεν είχε άλλονε[…]Στο Παλιόκαστρο είχε τσαμπ’νιέρ’δες παλιοί, παλιοί. Πολύ παλιοί. Τώρα αυτοί πεθάναν όλοι, δεν υπάρχουν.

Η τσαμπούνα συνοδεύεται από συγκεκριμένα όργανα όπως λαούτο, τουμπελέκι, βιολί όπως υποστηρίζει ο Γιάννης Λεβιανός. Θυμάται τις περιπτώσεις που συνεργάστηκε με άλλους μουσικούς:

Με βιολί έχω παίξει μ’ ένα Ξάνθιππο. Με βιολί…Απ’ το Πάνω Βαθύ. Κι αυτός πέθανε, πάει έφυγε. Είναι τώρα [….] δέκα χρόνια πεθαμένος.

Ήτανε δω πέρα κάτι Καλτάκηδες [….] Δυο αδέρφια. Ο ένας έπαιζε βιολί κι ο άλλος έπαιζε σαντούρι. Κι ένας άλλος, ο Κατέρης Βαγγέλης, έπαιζε τη τρομπέτα. Αυτοί οι τρεις. Παρέα. Πάντα. Πάντα παρέα.

 

 

Σταθερές μουσικές δραστηριότητες στις οποίες συμμετείχε/συμμετέχει:

Οι τσαμπουνιέρηδες συμμετείχαν κυρίως στα μουσικά δρώμενα των Αποκριών:

Με τα στιχάκια. Το πιο πολύ με τα στιχάκια. Γιατί τα στιχάκια είναι λίγο [….] Ναι, η τσαμπούνα στη Σάμο είναι τ’ς Απόκριες.

Ωστόσο οι μουσικοί με τις τσαμπούνες συμμετείχαν και σε πανηγύρια:

Ε, τα παν’γύρια πηγαίναμε [….] μια φορά το χρόνο. Εδώ γίνεται τώρα ένα παν’γύρι, το [….] τ’ Άι-Γιαννιού του Θερμαστή. Τώρα, τώρα μας έρχεται, μετά του [….] στις είκοσι εννιά Αυγούστου. Αυτό το παν’γύρ’. Πίνανε κει, τσακωνόντανε κιόλα, μαλώνανε. Μαλώνανε, και ποιος θα πρωτοχορέψ’ την κοπέλα τ’ και ξέρω γω [….] Και, διαλύθηκε το πανηγύρ’. Αυτό ήταν το παν’γύρ’. Και μετά, τ’ς Αγίας Ζώνης. Γίνεται μεγάλο παν’γύρ’ δω πέρα. Δω πέρα στην [….] εδώ που περάσατε το καφενείο αυτό, είχε έξι καφενεία. Και ήτανε [….] Όλη η Σάμο, εδώ ερχομένη. Με όργανα, με ορχήστρες, με πράματα, με μυστήρια. Φέρανε απ’ την Αθήνα ορχήστρες, φέρανε [….] Και κρατούσε, τέσσερις μέρες εδώ πέρα. Τέσσερα μερόνυχτα…Τώρα, ένα καφενείο κι ούτε γεμόζ’. Τώρα, στο παν’γύρ’. Ερχόνται στ’ν εκκλησία και από μετά [….].

Επίσης παλαιότερα οι μουσικοί με τις τσαμπούνες έλεγαν τα κάλαντα:

Του Αγίου Βασιλείου βγαίναμε και λέγαμε τα κάλαντρα για να ‘κονομήσουμε. Τέτοια ναι, υπήρχανε. Αλλά τώρα [….] Ούτε κάλαντρα έχει, ούτε Χριστό.

 

Από πού προμηθευόταν/προμηθεύεται μουσικά όργανα:

Ο Γιάννης Λεβισιανός αναφέρεται στις δυσκολίες που έχει μια τσαμπούνα τόσο όσον αφορά στο παίξιμό της όσο και στην κατασκευή της:

Για να μάθ’ς τσαμπούνα, δεν είν’ εύκολο όργανο. Είναι δύσκολο όργανο. Πρώτα θα [….] Κόβουμε ένα καλάμι, το κάνουμε πέντε τρύπες και κόβουμε κι ένα τσαμπούνι μικρό, αυτό που παίζει, να πούμε, που [….] Το πιπίνι, και μ’αυτό το πράμα αρχινάς και μαθαίνεις. Αλλά, το τραγούδι που λες, το – το λες μέσα σου, απάνω δω, στο μυαλό. Και σιγά – σιγά, σιγά – σιγά, θα μάθεις το καλάμι, πρώτα. Μετά αυτό το [….] το ένα καλάμι, θα συνδέσουμε κι άλλο. Με μία τρύπα. Για να γενεί διπλό…Οι τσαμπλομάνες. Για να γέν’ν διπλές. Δυο τσαμπούνια πάλι, δυο πιπίνια, εκεί, και την ταιριάζεις. Να παίζει μονόφωνα, κάτ’ χαμηλά, οι δυο τρύπες κι από κάτ’ [….] το άλλο. Κι αφού μάθ’ς, να πούμε, δυο-τρία τραγούδια, θα τη βάλεις μέσα σε τομάρι…Θα το κουρέψουμε, θα τ’ αλατίσουμε, θα το πλύνουμε στη θάλασσα καλά, και θα βάλουμ’ αυτό το [….] τον κάλανο μέσα. Βρίσκουμε κόρνο από γελάδα [….]

Κέρατο. Από γελάδα. Και το φτιάχνω εγώ το ‘φτιαχνα, ν’ πούμε, εμείς το φτιάχναμε. Δε [….] θέλει πολλά πράματα. Αλλά πρέπει να ξέρεις για να το φτιάξ’ς. Άμα δεν ξέρεις, δε… Και σιγά-σιγά, που λες, αρχινάς και μαθαίνεις τ’ σκοποί [….] Επί το πλείστον εδώ πέρα, εμείς λέμε ανέκδοτα[…]Για να την ταιριάξ’ς τ’ν τσαμπούνα, πρέπει να κάμεις εκατό πιπίνια! Κι απ’ τα εκατό [….], να βγούνε μια φωνή και τα δυο. Για να [….] είναι ταιριασμένη στο, στο τέλειο. Ύστερα, απ’ το πολύ παίξιμο χαλάει αυτό το πιπίνι, χαλάνε. Και πρέπ’ να ‘χεις [….] ρεζέρβα. Όταν βέβαια πας σε διασκέδαση και τέτοια πράματα. Κείνα τα χρόνια τα παλιά, δηλαδή πιάναμε [….] απ’ το πρωί και τελεύαμε την άλλη μέρα το πρωί. Και [….] είναι λίγο… Αλλά το πιο πολύ [….] δηλαδή η πιο πολύ δυσκολία είναι ωσότου μάθεις [….] τα καλάμια, αυτά. Με το στόμα.

Ο ίδιος ο Γιάννης Λεβισιανός κατασκευάζει τσαμπούνες. Η πρώτη φορά που το επιχείρησε ήταν όταν ένας γέροντας του χάρισε ένα «κάλανο»:

Μου χάρισε ένας γέροντας ένα τέτοιο. Κάλανο. Λοιπόν, αυτός ο κάλανος είχε πάει στην Αμερική. Μ’ αυτόνε μαζί, με τ’ν τσαμπούνα. Να παίξει τσαμπούνα στ΄ν Αμερική. Κι όταν γύρισε, τον χαρίζει τον κάλανο. Αυτόνε. Κι από κει [….] είδα ότι πραγματικά έπιασα, ε [….] δεν έκαμα και σωστός, να πούμ’, σωστά, έτσι καλά. Ε, σιγά-σιγά [….]Έχω ζωντανά. Δεν ήμ’να [….] συμβολαιογράφος. Λοιπόν. Καθόμουνα και έλεγα, «έτσι γένεται». Βάζαμε τυριά σε τουμάρια μέσα. Γιατί κανονικά το δερμάτι αυτό όταν είναι το ένα το τυρί, δε γίνεται έτσ’ ξηρό. Είναι μαλακό. Ενώ αυτό δεν είναι από τυρί. Και [….] κρατούσαμε ένα τομάρι απ’ αυτό, και το κάναμε τσαμπούνα….Άμα καθίσ’ς σε μια βδομάδα φτιάχνεται. Για να το κάν’ς ‘π’ τ’ν αρχή, θέλει μια βδομάδα…Να σκαλίσ’ς αυτό, να ‘χ’ς τα υλικά [….] τέτοια για να το κάμεις.

Το [….] το δέρμα αφού θα σφαγεί, θα τ’ αλατίσουμε. Κατ’ ευθεία. Κείνη την ώρα. Θα τ’ αφήκουμε δέκα μέρες – δεκαπέντε [….]Θα πάμε στη θάλασσα να το πλύνουμε, θα το κουρέψουμε, θα το δέσουμε. Λοιπόν, θα τ’ αλείψουμε στύψη, απ’ έξω, και θα βάλουμε τ’ν τσαμπούνα. [….] Ε, θέλει καταδικασία […] Εγώ τα φτιάχνω αυτά. Αυτά είναι από ξύλο κουμαριά […] Τ’ς λαμπάδες. Είναι από πίτα, από [….] μέλι καθαρό. Αυτό το πράμα τώρα. Όταν δεν την κερώσεις δεν παίζ’. …Ανεμολόγος. Κι αυτός ξύλο. Κι αυτός ξύλο είναι. Αυτό είναι σαμπούκος. [….] Αυτό είναι σαμπούκος…Αυτό το βάζω μέσα μία πιο λεπτή [….] πιο λεπτή πίπα. Πιο λεπτή πίπα και το κερώνουμε για να φεύγ’ ο αγέρας[…]Από κάτω έχει πλαστικό. Από κάτω εδώ , υπάρχει ένα πλαστικό. Και με το που θα φουσκώσ’, το κολλάει από κάτ’ και σταματάει. Δε βγαίνει ο αγέρας.

Παλαιότερα όπως αναφέρει ο Γιάννης Λεβισιανός η τσαμπούνα ήταν πολύ περισσότερο διαδεδομένη στη Σάμο:

Η Σάμο, δηλ’δή όλα τα σπίτια υπήρχανε τσαμπούνες. Κείνα τα χρόνια! Σαράντα οχτώ, Σαράντα εννιά. Παλιά, μετά τον πόλεμο της Αλβανίας, όλα τα σπίτια είχαν τσαμπούνες…Κείνα τα χρόνια με τ’ς τσαμπούνες. Δεν είχε [….] Τσαμπούνες και αυτό το νταούλ’…Δεν είχε τίποτ’ άλλο. Βιολί; Βιολί [….] παρουσιάστηκε κάπου το [….] τριάντα λέγανε; Το βιολί τ’ς Σάμου. Ακορντεόν; Τι ψάχνεις; Σαράντα τέσσερω και τέτοια. Τώρα υπάρχ’ν ένα σωρό πράματα. Αρμόνια, πράματα, μυστήρια. Τώρα έχει ένα σωρό. Τώρα κι η τσαμπούνα [….] Σου λέω, τώρα [….] λέει πας και παίξ’ς ένα-δυο τραγούδια, αρχινάνε οι κοπέλες και [….]

Η τσαμπούνα σταμάτησε να παίζεται στη Σάμο, σύμφωνα με το Γιάννη Λεβισιανό το 1967 -1968:

Οι τσαμπούνες δω πέρα σταματήσανε απ’ το εξήντα εφτά – εξήντα οχτώ. Δηλ’δή είχε, αλλά όχι τόσο πράμα, δηλ’δή όπως ήταν τα παλιά χρόνια… Ο Μανώλης (ο γιος του) μόνο είν’ ο μόνος που παίζ’ τσαμπούνα…Στην Ικαριά υπάρχουνε δύο…Ακόμα κρατάνε στα νησά, κάτω [….] Σύμη, Κάρπαθο.

Για την ποικιλία των μουσικών οργάνων που θυμάται ο Γιάννης Λεβισιανός να υπάρχουν στη Σάμο παλαιότερα:

Είχα έναν με το βιολί και μ’ ακ’λούθαγε τ’ν τσαμπούνα. Απά στα παν’γύρια. Βιολί αυτός, και έπαιζε τον ήχο αυτόν τ’ς τσαμπούνας. Πολύ ωραία, πά’αινε. Δεν είχανε τότες [….] τουμπερλέκια. Υπήρχε σαντούρ’, βιολί και κιθάρα. Αυτά τα τρία. Και [….] τρομπέτα. Αυτά ήταν, τα όργανα. Μετά βγήκαν τα [….] τα αρκοντεόν [….] Πενήντα τρίω; Πενήντα τέσσερω; Είχα έναν Πάρη ερχομένονε απ’ τη Θεσσαλονίκη. Πολύ καλός, οργανοπαίχτης. Πολύ καλός! Μάλιστα έγινε ένας γάμος και τόνε πήρανε μαζί, σ’ ένα γάμο. Απάν’ στ’ς Σταυρινίδες.[χωριό κοντά στο Καρλόβασι] Πολύ καλός! [….].

 

Η τσαμπούνα είναι όργανο με ιδιαίτερο ήχο και συνοδεύεται δύσκολα από άλλα μουσικά όργανα:

Η τσαμπούνα συνοδεύεται με λαούτο [….] και με τουμπερλέκ’. Και, με βιολί αλλά το βιολί πρέπει ν’ ακολουθάει τη τσαμπούνα[….] δυο – δυο τσαμπούνες ποτέ δεν παίζαν μαζί. Αυτό να το ξέρετε. Πρέπ’ να ‘ναι τόσο πολύ [….] ταιριασμένη, τη μια με την άλλη για να παίξ’ και οι δυο. Αλλιώς δεν είν’ το ίδιο.Γιατί, άλλον ήχο βγαίνει η μία, άλλον ήχο βγαίνει η άλλη. Δεν μπορεί δηλ’δή να [….] ξέρ’ς οι συγχρονίσεις να ‘ναι και οι δυο ίδια. Πρέπει να ‘ναι πολύ [….] να παιδεύεσαι ένα χρόνο, γα να κάμεις αυτό το πράμα. Εμείς ήμαστανε [….] Είχαμε και τις δουλειές μας, δεν είχαμε [….] τον καιρό να πα να μαθαίνουμ’ μείς ένα σωρό.

Για τη διαφορά της τσαμπούνας από την γκάιντα αναφέρει:

Είναι εκείνο το […..] που κάνει, εισαγωγή. Αυτό το τρίτο μέσα [….] Αυτό βγαίνει απ’ τ’ν εισαγωγή. Που κάνει ουουουου. Ενώ τ’ς κάιντας το τσαμπούνι, το [….] καλάμι είν’ ένα. Τρεις τρύπες[…]Έχει πάλι με [….] τσαμπούνα, ‘σα κάτ’ – μάλλον η Κάρπαθο πρέπ’ να ‘ναι [….] η Κάρπαθο πρέπ’ να ‘ναι – με δέκα τρύπες. Με δέκα. Διπλές. Ναι, πέντε και πέντε.

Εξηγώντας τον τρόπο παιξίματος της τσαμπούνας:

Αφού θα φουσκώσω αυτό το [….] πράμα εδώ [….] μέχρι εκεί που κρατάει αγέρα παίζει. Αλλά με το χέρι, ε δεν μπορείς συνέχεια Θα τ’ αφήνεις και με το χέρι αυτό [….]Το πιέζεις και βγαίνει τη φωνή. Κατάλαβες; Γιατί δεν μπορείς, να πούμε, να [….]Να φουσκώνεις συνέχεια. Δεν μπορείς να φουσκώνεις συνέχεια.

 

Τοπικές δράσεις:

Ο Γιάννης Λεβισιανός θυμάται να παίζει τσαμπούνα σε πολλές περιστάσεις όπως χοροί, πανηγύρια, Απόκριες, αλλά τώρα φαίνεται πως οι συνήθειες και οι μουσικές προτιμήσεις των Σαμιωτών έχουν αλλάξει:

Άλλος κόσμος. Άλλα πράματα. Πηγαίναεμ τ’ς χοροί. Πηγαίναμε τ’ς χοροί [….] κείνα τα χρόνια. Και ο κόσμος όλος, να πούμε, χόρευε με τη τσαμπούνα. Τώρα [….] Τώρα πριν καμμιά δεκαριά χρόνια – δεκατρία είναι; – πήγαμε σε μια σχολή, σε μια [….] σ’ ένα χορό, δω κάτ’ στη [….] στη χωροφυλακή, κι ήμουνα κολλητός μ’ ένα διοικητή και με πήρε, και μόλις ακούσανε τσαμπούνα διάλυσε. Δε [….] Δεν τραβάει. Δεν τραβάει η τσαμπούνα τώρα στη Σάμο. Τώρα, αρχινάτε βλέπω εσείς και [….]Τα παλιά χρόνια ο κόσμος γλεντούσε με τ’ς τσαμπούνες. Επί το πλείστον τ’ς Αποκριές. Τ’ς Αποκριές, του Βαγγελισμού. Δηλ’δή [….] γλεντούσε με τ’ς Αποκριές. Το καλοκαίρ’, που δω πέρα βάζανε καπνά, και βγαίνανε στα τσαρδά[….] – γιατί τα λέμε τσαρδάκια εμείς – κάνανε τσαρδάκια, και βγαίνανε και παίζανε τσαμπούνες το μεσημέρ’…Το τσαρδάκι είναι, αυτό το [….] που κάνουν εκεί [….] για σκιά. Ύστερα, είπαμε ότι [….] τ’ς Αποκριές, προ πάντων τ’ς Αποκριές η τσαμπούνα δούλευε. Πέρναγε η Καθαροδευτέρα, στοπ. Στο μπαούλο. Τ’ν άλλη χρονιά πάλι. Αυτό γινότανε.

Ο Γιάννης Λεβισιανός δεν έπαιζε σε άλλες περιοχές της Σάμου αλλά μόνο στο Βαθύ:

Σε καφενεία[…]Ε, ο Φρατζής ήτανε.Τότες γινόντανε [….] τα καφενεία με άντρες. Το γλέντι. Δεν είχε γυναίκα. Λοιπόν. Μετά αρχινίσανε οι νεαροί και πηγαίνανε με τα’ς κοπέλες, με τα’ αντρόγυνα, φέρν’νε τα παιδιά [….] Στα πανηγύρια, δηλ’δή τώρα όπως σας είπα τ’ Άι – Γιαννιού, τ’ς Αγίας Ζώνης, αυτά, πηγαίνανε ομαδικώς. Όλη η οικογένεια. Παιδιά, γαμπροί, παππούδες. Οικογένεια όλ’. Στα καφενεία ναι. Ενώ άλλη μέρα [….] δεν έβλεπες γυναίκα σε καφενείο. Να πιει καφέ. Δεν έγραφε τέτοιο πράμα! Τώρα [….] Καλή δεν είναι τώρα; Δεν είν’ πιο καλά τώρα; Γιατί τότες όταν πά’αινε στην κυρά – στο καφενείο – δεν ήτανε καλή κοπέλα. Ήτανε [….] Εμείς, κοπέλα μου, τ’ς Αποκριές [….] Ήμαστανε μια παρέα εδώ πέρα τ’ αντρόγυνα και ξεκινούσαμε και πηγαίναμε σ’ ένα μαγαζί δω στο [….] συνοικισμό, σ’ ένα μαγαζί [….] “Αρβανίτ’ς”. Ήταν το ξακουστό. Εδώ πέρα ήρθε η Χαρούλα, εδώ πέρα ήρθε η Δούκισσα σ’ αυτό το μαγαζί [….] Δηλ’δή, περάσαν αυτές από δω. Απ’ αυτό το μαγαζί που σου λέω, τ’ “Αρβανίτ”. Λοιπόν, γινομάσανε μια παρέα απ’ τη Βλαμαρή [περιοχή κοντά στο Βαθύ] όλοι, κάναμε ένα καζάν’ ρυζόγαλο [….] Και ημάστανε όλ’ τη νύχτα μέχρι το πρωί. Το μαγαζί αυτό. Πενήντα άτομα [….] σαράντα. Και διασκεδάζαμε. Και [….] το πρωί, ξεκινούσαμε. Κάναμε άλλα πράματα, δηλ’δή, άλλα – άλλα γλέντια. Τι [….] Δηλαδή, οικογενειακό γίν’τανε αυτό το πράμα. Ενώ άμα θέλουμε, άμα μπλέκαμε τώρα εμείς οι άντρες [….] Μη, μην ψάχνεις [….] Πότε γυρίζαμ’ μη ψάχνεις.

 

Σε αυτά τα γλέντια, κυρίως στις Απόκριες, συμμετείχαν μετά από ειδικό κάλεσμα:

Ε, ερχόταν ένας κι έλεγε «Θα ν’ έρθετε στην άλλην, να πούμε [….] μέρος;» «Εντάξ’. Θα ‘ρθούμε.» Μας ντύνανε αρχαία [….] με φέσια, με πράματα, με βράκες, με [….].

 

  • Ρεπερτόριο

 

Η τσαμπούνα παίζεται συνήθως στις Απόκριες συνοδεύοντας στιχάκια που λέγονται:

Ε, αυτά που ξέρανε, τα τραγούδια. Αλλά πρέπει ναν είναι σύμφωνα με τη [….] με τον ήχο τ’ς τσαμπούνας, που να παγαίνει απάνω στα πατήματα τ’ς τσαμπούνας. Του Αγίου Βασιλείου βγαίναμε και λέγαμε τα κάλαντρα για να ‘κονομήσουμε…Τέτοια ναι, υπήρχανε. Αλλά τώρα [….] Ούτε κάλαντρα έχει, ούτε Χριστό[…]Στη Σάμο είναι τα [….] το «Σαμιώτικο», το «Πλατανιώτικο νερό»… Α, κάτι τέτοια, να πούμε, για [….] πιτσιρικάδες [….] στα σχολειά. Στα σχολειά τα μαθαίναμε αυτά τα πράματα. Ή κάμανε εμείς τ’ς χοροί, κείνα τα χρόνια; Πού βρέθηκε ο χορός; Δεν υπήρχε τέτοιο πράμα!

 

Για το ρεπερτόριο γενικά στη Σάμο αναφέρει:

…εδώ πέρα αυτοί, δηλ’δή εμείς εδώ πάντα συρτά ήτανε. Κάτι «Αρμενάκια» [κάποιο τραγούδι], κάτι κολοκύθια, κάτι τέτοια είναι που με [….] Δηλ’δή [….] Συρτά. Συρτά. Ύστερα [….] οι άντρες χορεύανε τα ανατολίτικα…Μικρά Ασία τραγούδια. Βαριά τραγούδια, ωραία. Κι ωραία […] Στα παν’γύρια; Ανάλογα τα λάλα που έχουνε οι μεθυσμένοι. [….] Α! Α! Ανάλογα. Και ξέρ’ς τώρα τι γένεται; Στα παν’γύρια ένα που ‘μεινε σύγχρονο [….] ο χορός, δηλαδή η πόρτα που χόρευε με την τσαμπούνα, και λέει ένας – γιατί πάντα ένας θα το λέει, ο μπροστινός [….] Το ανέκδοτο. Και μετά το λένε και οι άλλ’ και μετά η τσαμπούνα. Η τσαμπούνα πρέπει να το κάμει δυο φορές. Μια που θα το πει αυτό ο μπροστινός [….] Και μια που θα το πουν οι άλλοι. Πρέπει να παίζει δυο φορές. Δηλαδή, το ίδιο… Αλλά τι γίνεται τώρα; Ο ένας φερ’ ειπείν λέει για τον παπά, ο άλλος λέει για τη δεσποινίς, ο άλλος λέει για το αγόρ’. Και [….] τα μπερδεύει τα πράματα εκεί. Δεν μπορείς να τα [….] συγχρονίσεις. Ενώ εκείν’ η παρέα [….] δηλαδή, να ξέρει η παρέα.

 

  • Αμοιβή

 

Ο Γιάννης Λεβισιανός θυμάται ότι όταν έπαιζε μουσική δεν πληρώνονταν:

Εμείς παίζαμε [….] για την παρέα. Και για τον καφετζή. Για το μαγαζί…Δε μας πλήρωνε.

 

  • Κρίσεις για άλλους μουσικούς

 

Ο Γιάννης Λεβισιανός αναφέρεται σε άλλους μουσικούς που θυμάται και θεωρεί καλούς οργανοπαίκτες:

Στη Σύρα υπάρχει ένας παπάς με μια κοπέλα. Καλοί αυτοί στ’ τσαμπούνα. Πολύ καλοί. Προ πάντω ο παπάς…Ο παπάς είναι αστέρ’! Πολύ τσαμπ’νιάρης ο παπάς.

 

Για τον τσαμπουνιάρη Γιώργο Παπαχριστοδούλου αναφέρει:

Ναι, αυτός να δεις τρέλα. Αυτός να δεις τρέλα με τ’ς τσαμπούνες! Αυτός έμαθε μόνος τ’ τσαμπούνα…Μια ώρα τη μέρα κατεβαίνει στο δωμάτιο και παίζ’ τσαμπούνα…Αυτός να ιδείς! Αυτουνού του ‘χουμε κάμει τσαμπούνες, του ‘χουμε κάμει [….] Μας έχει στείλει [….] δέρματα, μας έχει στείλει [….] Μανία αυτός! Πάντρεψε την κοπέλα τ’. Και τ’νε πήρε απ’ το σπίτι’, με την τσαμπούνα [….] Και τ’νη πήγε στην εκκλησία. Και απ’ την εκκλησία πάλι, τήνε πήγε στο γλέντι. Με τ’ν τσαμπούνα.

 

  • Κοινωνική θέση των μουσικών

 

Την περίοδο που δούλευε ως μουσικός ο Γιάννης Λεβισιανός ήταν ντροπή για τις γυναίκες να ασχοληθούν επαγγελματικά με τη μουσική. Την ίδια γνώμη ωστόσο είχαν κάποιοι και για τους άντρες μουσικούς:

Ε, κι οι [….] πολύ στριμμένοι «Α, πα’ να γίν’ς τραγουδιστής». Πισθωδρομικός ο κόσμος. Κατάλαβες; Δεν είχε τέτοια πράματα δω. Τότε δεν [….] Για να πιάσ’ς σε κοπέλα χέρι έπρεπε να [….] να! Έπρεπε να! Ήτανε [….] Σα τώρα που εσείς [….] Μην κοιτάτε τώρα εσείς.

 

Αντιπροσωπευτικό δείγμα σκοπών, μουσικών, τραγουδιών, χορών του τόπου:
Ο Γιάννης Λεβισιανός περιγράφει τους τυπικούς μικρασιάτικους χορούς που συνήθιζαν να χορεύουν παλαιότερα:

Αυτοί χορεύανε πάντα ζεϊμπέκ’κα. Χοντρά ζεϊμπέκ’κα. Ωραία! Σιγανά, ωραία, πολύ ωραία! Τώρα, απ’ αυτοί τ’ς νεαροί ξέρ’ κανείς να χορέψ’; Σαν αρκούδια χορεύουνε. Παλιά; Παλιά χορεύανε ωραία. Πολύ ωραία! Βαριά και σιγανά.

Σύμφωνα με το Γιάννη Λεβισιανό υπάρχουν μεγάλες διαφορές στη μουσική και το χορό ανάμεσα στη Σάμο και το Αγαθονήσι:

Ξέραν όλοι από τσαμπούνα και χορεύανε. Είναι [….] Έχει πατήματα η τσμπούνα, δεν είναι [….] Χορεύεις όπως [….] Όπως τα συρτά. Τα συρτά άμα είδες σ’ όλη την Κάλυμνο; Στο [….] Γαϊδουρονήσ’. [άλλη ονομασία του Αγαθονησίου]Ε, αυτό είναι. Εμείς τα συρτά αυτά που χορεύανε δε μπορεί να τα χορεύουμε στη Σάμο…Χορεύουνε πολύ ωραία, Διπλά…Πάνε τρία μπρος, τρία πίσω, τρία και τρία. Αυτό το τρία όχι. Εμείς δε [….] δε μπορούμε να χορέψουμε όπως το χορεύουν αυτοί. Στο Αγαθονήσι…Έτσ’ είναι μαθημένοι. Έτσι απ’ το πρώτο. Λοιπόν. Άκου τώρα τι κάνει. Τραβάει τρία μπρος. Δεν ξέρω τι, αν τ’ς είδες. [….] Τραβάει τρία μπρος, ο μπροστινός, τρία στα πλάγια, τρία πίσω κι άλλα τρία-τρία πάει. Μεις δεν μπορούμε να το κάνουμ’ αυτό [….] Εμείς ξέρουμε τα τρία. Όλο μπρος. Τρία….Όλα μπρος, όλο μπρος. Τρία πρέπει να κάμεις πρόβα για να χρέψε’ς μ’ αυτούς. Οι Σαμιώτες πρέπει να κάμ’νε πρόβα. Να χορέψουν μ’ αυτούς. Δε χορεύ’, ο Σαμιώτης….Το πιο δύσκολο είναι κείνο το πίσω-μπρος. Κείνο είναι το [….] Και χτ’πάει το πισινό ποδάρ’![…]Ύστερα δε [….] δηλ’δή τα όργανα, παίζανε το [….] το ρυθμό αυτουνούς. Για να παρακολουθήσει. Στον ίδιο ρυθμό παίζανε. Όπως χορεύαν αυτοί, παίζαν και τα όργανα.

Το παίξιμο της τσαμπούνας συνοδεύονταν συνήθως με τον συρτό χορό:

Συρτά χορεύανε. Συρτό. Δυο, ένα πίσω. Δυο μπρος, ένα πίσω…Εκεί που λες ‘ναι δυο κι ένα. Η τσαμπούνα πάει. Κανονικά. Τώρα άμα το πάνε και πέντε [….] Αυτό αλλάζ’.

 

  • Επιρροές προσφύγων ή μεταναστών από άλλες περιοχές στα μουσικά δρώμενα:

Οι σκοποί και τα τραγούδια που προέρχονταν από τη Μικρασία ή τη Σάμο ξεχώριζαν μεταξύ τους εξηγεί ο Γιάννης Λεβισιανός:

Μικρασιάτες, Μικρασιάτες. Ε τι, οι πιο πολλοί στη Σάμο Μικρασιάτες είναι… Αυτοί χορεύανε πάντα ζεϊμπέκ’κα. Χοντρά ζεϊμπέκ’κα. Ωραία! Σιγανά, ωραία, πολύ ωραία! Τώρα, απ’ αυτοί τ’ς νεαροί ξέρ’ κανείς να χορέψ’;[…]Οι πιο πολλοί είναι Μικρασιάτες εδώ. Λοιπόν, τώρα επειδή ανακατευτήκαμε και είναι Αραπάδες, είναι Βούλγαροι, είναι – είναι – είναι Αλβανοί, είναι – είναι [….] Αυτά τώρα, είναι τώρα. Αυτό είναι καινούριο. Ενώ παλιά-παλιά – είναι οι πιο πολλοί. Μικρασιάτες. Γενικά…Τρεις χιλιάδες Μικρασιάτες [….] Και είναι όλοι αυτοί Κουσάντασι., Σμυρνιοί – απ’ τα περίχωρα.

Για τα τραγούδια των μικρασιατών ο Γιάννης Λεβισιανός αναφέρει:

Οι Μικρασιάτες πρώτα – πρώτα [….] λέγανε ωραία τραγούδια. Σοβαρά τραγούδια. Ο χορός ήτανε πολύ σεμνός. Άμα λέμε σεμνός, σεμνός. Όχι [….] τρέλες και κολοκύθια. Κάνανε πολλές φιγούρες, στο χορό απάνω. Πολλές φιγούρες! Και φορούσανε βράκες. Κείνα τα χρόνια, που έφτανε κάτι λίγοι Πολύ λίγοι, να π’με, βράκες. Φορούσαν όλοι βράκες, με γιλέκο., με χρυσά κουμπιά. Δηλαδή [….]Με στολή, με καπέλο, απ’ αυτά τα φέσια [….]Εμένα ο παππούς μου είχε φέσι με [….] κόκκινο με φούντα. Ναι.

 

Φωτογραφίες

Ηχογραφήσεις

1. Ο Ιωάννης Λεβισιανός παίζει τσαμπούνα Απόσπασμα από τη συνέντευξη με τον Ιωάννη Λεβισιανό (τσαμπούνα), στις 1/8/06 στη Βλαμαρή Σάμου. Εργαστήριο Εικόνας, Ήχου και Πολιτιστικής Αναπαράστασης, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
2. Ο Ιωάννης Λεβισιανός παίζει τσαμπούνα Απόσπασμα από τη συνέντευξη με τον Ιωάννη Λεβισιανό (τσαμπούνα), στις 1/8/06 στη Βλαμαρή Σάμου. Εργαστήριο Εικόνας, Ήχου και Πολιτιστικής Αναπαράστασης, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
3. Ο Ιωάννης Λεβισιανός παίζει τσαμπούνα Απόσπασμα από τη συνέντευξη με τον Ιωάννη Λεβισιανό (τσαμπούνα), στις 1/8/06 στη Βλαμαρή Σάμου. Εργαστήριο Εικόνας, Ήχου και Πολιτιστικής Αναπαράστασης, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Μετάβαση στο περιεχόμενο