Βιογραφίες των Μουσικών της
Σάμου
Οι Μουσικοί της Σάμου
Βογιατζίνης Γιάννης
Σάμος
Βουρλιώτης Μανόλης
Σάμος
Βουρλιώτης Νίκος
Σάμος
Γιαμαίος Ιωάννης
Σάμος
Λεβισιανός Ιωάννης
Σάμος
Λεβισιανός Μανώλης
Σάμος
Μανωλιός Ανακρέων
Σάμος
Μαυρίκης Κώστας
Σάμος
Μοσχονάς Νίκος
Σάμος
Σπαχής Θρασύβουλος
Σάμος
Βογιατζίνης Γιάννης
Σάμος
Βουρλιώτης Μανόλης
Σάμος
Βουρλιώτης Νίκος
Σάμος
Γιαμαίος Ιωάννης
Σάμος
Λεβισιανός Ιωάννης
Σάμος
Λεβισιανός Μανώλης
Σάμος
Μανωλιός Ανακρέων
Σάμος
Μαυρίκης Κώστας
Σάμος
Μοσχονάς Νίκος
Σάμος
Σπαχής Θρασύβουλος
Σάμος
Σάμος
Η Σάμος, σε αντίθεση με άλλα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, αποσπάστηκε από τη Οθωμανική αυτοκρατορία από τις αρχές του 19ου αι. και παρέμεινε υπό καθεστώς ημι-ανεξάρτητης Ηγεμονίας από το 1834 μέχρι την ένταξή της στην ελληνική επικράτεια το 1912. Παρ’ όλα αυτά διατήρησε ένα προνομιακό καθεστώς απαλλαγής φόρων για τα προϊόντα που εξήγαγε στις μικρασιατικές ακτές, ενώ παράλληλα διεύρυνε τα δίκτυα επικοινωνίας που τη συνέδεαν με την Αθήνα, την ευρύτερη Ελλάδα, αλλά και την Ευρώπη. Η παραγωγή της Σάμου συμπεριλάμβανε ελιές και ελαιόλαδο, αλλά και καπνό, κρασί και άλλα γεωργικά προϊόντα, κατεργασμένα δέρματα που επεξεργάζονταν οι Σάμιοι τεχνίτες στα βυρσοδεψεία (ταμπακαριά), αλλά και ξυλεία, ενώ υπήρχαν και ναυπηγεία για μικρού και μεσαίου μεγέθους ιστιοφόρα σκάφη διάφορων τύπων, που κατασκεύαζαν ντόπιοι ναυπηγοί. Βέβαια, το ανεπαρκές οδικό δίκτυο που συνέδεε τα χωριά και τις αστικές περιοχές της Σάμου (δηλαδή το Βαθύ και το Καρλόβασι), καθώς και η σχετική κοινωνική, οικονομική, παραγωγική, αλλά και πολιτισμική αυτονομία διαφόρων χωριών και περιοχών (που πιθανολογείται ότι οφείλεται στη μετεγκατάσταση εποίκων από διάφορες περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, πιθανόν περί το 15ο-16ο αι., εξ’ αιτίας της ερήμωσης του νησιού από τις πειρατικές επιδρομές), δεν συνέβαλαν στη διαμόρφωση μονοκαλλιεργειών ή στον αποκλειστικό προσανατολισμό της σαμιακής παραγωγής προς συγκεκριμένους χαρακτηριστικούς τύπους βιοτεχνικών/βιομηχανικών προϊόντων, όπως συνέβη με το ελαιόλαδο και τα παράγωγά του στη Λέσβο, ή με τη μαστίχα στη νότια Χίο (με εξαίρεση ίσως τη σαμιακή βυρσοδεψία, που συνεχίστηκε ως παραγωγική δραστηριότητα και κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αι.).